Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

“Ετσά ιατί που λες...” το Σκαδό!

Ο γνωστός δημοσιογράφος Γιώργος Τσούτσιας βρέθηκε τον Αύγουστο στο Σκαδό Νάξου. Μαγεμένος από την ομορφιά και την δροσιά της φύσης και της ζωής του τόπου, έγραψε στο koronida.blogspot.gr. 
“Ετσά ιατί που λες...” το Σκαδό!
 αλλιώτικα...”, “ο καημός είναι βουνό κι ο πόνος μου μεγάος...”, “και μάθια τέσσερα να μη με λες Γιώργη, Έργη να με γράφεις, ίντα διάοο το θες το Γου”…


Αύγουστος 2014! “Kωμιακή! Κόρωνος! Κεραμωτή! Σκαδό! Μέση! Απόλλωνας! Λυώνας! Χίλια Βρύση! Κανάς-Μυρίσης! Αγιά! Σκεπόνι! Σίφωνες!...” Ένας ορεινός μυρωδάτος γαλαξίας χωριών, συνοικισμών, “πλούσια χαλάσματα μιας ζωής”, με μια δήθεν άτεχνη μαγική αρχιτεκτονική του μάρμαρου και της πέτρας, με τόξα, βόλτα... χορταριασμένα, ολόγιομα από μνήμες και μια μηχανή του χρόνου ψιθυρίζει, «ετσά ιατί που λες... ετσά κι αλλιώς κι αλλιώτικα...» με θλίψη, πόνο και περηφάνια, από τα καινούρια κυκλαδίτικα «αρχοντικά φτωχικά» σπίτια!

«Και μένα Γιώργο με λένε, Έργη να με φωνάζετε, ίντα διάοο το θέλετε το Γου» (Νικηφόρος Μανδηλαράς).
Βρέθηκα που λέτε, Αύγουστο του 2014, για πρώτη φορά, σ’αυτήν την πέτρινη απίστευτη ιστορία ζωής, του ορεινού γαλαξία της Νάξου κι επειδή «ο καημός είναι βουνό», λόγοι ρίζας, καρδιάς, “πόνου, πάθους και ηδονής” όπως γράφει για τη Νάξο (Εγγαρές) ο Καζαντζάκης, αγάπησα το Σκαδό κι έμεινα! Έτσι μου το ‘λεγαν, έτσι το είδα, έτσι το έζησα για λίγο, έτσι το αγάπησα.

Σκαδό, σκαδός, ο Ισχαδών, ο τόπος των ισχάδων, δηλαδή των σύκων. Σκιά και σύκα... έτσι λένε. Το «δικό μου» Σκαδό σήμερα δεν έχει φεουδάρχες, ούτε αυθέντες, ούτε Νοτάριους (συμβολαιογράφους) να συντάσσουν πλέον προικοσύμφωνα για σόχωρα και περιβόλια, ώστε «να τα καρποτρώσιν μαζίν με το παιδί μας και μετά θάνατο μας ειδικόν της»! Έτσι κι εγώ, ο ξένος , ο Έργης, νέος Άξιος, ελπίζω όχι Ανάξιος, με καθυστέρηση 500 περίπου χρόνων, (κάπου τότε μάλλον «φύτρωσε» το Σκαδό), βρέθηκα στο πιο πονεμένο και πιο χαρισματικό χωριό της ορεινής Νάξου. Μπροστά μου «το Βουνό» σαν θεριό, τεράστιο, ψηλό, φιλικός μα και άγριος φύλακας του χωριού.

Ήταν πρωί, ξημερώματα, λυκαυγές μιας απίστευτης γεωφυσικής εικόνας με χρώματα, αρώματα και ριπές από τον πιο ευεργετικό αέρα της πλάσης. Ξάφνου ο Θεός ζωγραφίζει, παίζει μαζί σου με τα χρώματα. Το ραδιόφωνο έλεγε ότι η θερμοκρασία θα φτάσει τους 38 βαθμούς, μα εκεί, στην είσοδο του Σκαδού θέλεις μπουφάν, ζακέτα! Η ματιά σου τρέχει στο τεράστιο, καταπράσινο φαράγγι κι εκεί στο βάθος, ένας οικισμός, ο Λυώνας.

Μαγεμένος από την ομορφιά και την δροσιά της φύσης και της ζωής, οι εκπλήξεις, τα δώρα του «Παλαιού των ημερών» (του Θεού), δεν σταματούν. Θαρρείς κι είναι παιχνίδι, μα εκεί στο βάθος, του ορίζοντα της θάλασσας , προβάλλει ένας πύρινος πυρσός μέσα από τα κύματα!!! Ανατολή, ο ήλιος! Μαγεία! Μα είναι δυνατόν; Κι όμως «ετσά κι αλλιώς κι αλλιώτικα...» εδώ ο ήλιος ανατέλλει «μέσα από το βυθό της θάλασσας»!!

«Μα τι είναι εδώ»; Ρώτησα.
«Το Σελάδι» μου είπαν, με μια φυσικότητα, απλότητα και έκπληξη και πώς τολμούσα να μην το ξέρω!!

Προχώρησα στο έμπα της Ιερουσαλήμ του Ισχαδών (του Σκαδού). Ένας παππούς μας καλημέρησε. «Πού πας»; τον ρώτησα. «Πάω να Σελαδίσω» μου είπε. Το κατάλαβα. Έτσι γνώρισα το πιο σημαντικό χώρο και προσόν του Σκαδού.

Στο Σελάδι ανατρέπονται όλα! Η υγρασία και ζέστη, δροσιά! Η θλίψη, χαρά! Ένας άνεμος ευεργετικός που σε τυλίγει με τ’αρώματα και τα χρώματα της φύσης και σε ταξιδεύει στα πέτρινα χρόνια του χθες και στο «αβέβαιο» μα αισιόδοξο αύριο. Πλάι στη μοναδική «βεράντα» του Σκαδού, στο Σελάδι, εκατόν εξήντα ψυχές, ήρωες, θύματα του πιο σκληρού πολέμου, της πείνας, Σκαδιώτες στη σκιά της ιστορίας, συντροφεύουν σήμερα παππούδες, που τους γνώριζαν, που ζούσαν τότε, καθώς τώρα, με τα ροζασμένα σκληρά ραβδιά, σελαδίζουν παρέα με τις μνήμες τους και τα εγγόνια τους, ελπίζοντας πως οι δυο μόνιμοι κάτοικοι του χειμώνα θα γίνουν τρεις και το Γυμνάσιο δεν θα κλείσει.

Μοναδικό στην Ευρώπη το μνημείο των «πεσόντων» από την πείνα, «νέοι» 90 ετών, παιδιά, μωρά, από ένα έως δεκαοχτώ ετών, συνοδεύουν το σελάδισμα της αυγουστιάτικης δροσερής ομορφιάς και παρέας, «χορτασμένοι» πλέον ήρωες της πείνας, 70 χρόνια μετά από την άδικη θυσία και την ελπίδα!

Το «έμπα της Ιερουσαλήμ» του δικού μου Σκαδού, όπως η ευλογία της πέτρας, του μαρμάρου και της αγάπης των ανθρώπων της, δεν θυμίζει δόξα ορεινής Νάξου. Θυμίζει δόξα των κατοίκων της, που επιμένουν να συντηρούν και να στεφανώνουν τις μνήμες τους με τις μουσικές, τα βιολιά , τις τσαμπούνες, τους ρυθμούς, τους χορούς, τα πανηγύρια, τα καζανέματα, το ξυνότυρο, τα δαμάσκηνα, τα ζαρζαβατικά... τα βότανα... Να πηγαίνουν μια δυο ώρες κάθε μέρα στο σόχωρο, μια δρασκελιά χωράφι-μποστάνι, να ποτίσουν, κλαδέψουν και μετά από λίγες μέρες να δρέψουν το λιγοστό μυρωδάτο καρπό, ακριβώς όπως τότε, όπως τώρα, όπως πάντα.
Το Σκαδό, το πιο φτωχό χωριό της ορεινής Νάξου, έχει ένα μεγαλείο που πηγάζει από το ασίγαστο πάθος των ανθρώπων του να το ζουν, να το αγαπούν, να το θυμούνται κι ας το «δοξάζουν» λίγες μονάχα μέρες του Δεκαπεντάυγουστου! Πλάι στα μικρά ασβεστωμένα «παλατάκια» με θέα βουνά, χωριά και ανεμογεννήτριες, δίπλα στα χορταριασμένα χαλάσματα με πέτρες, βόλτα, τοξωτά χωρίσματα... όλα θυμίζουν μεσαιωνικές, βενετσιάνικες εικόνες σε κυκλαδίτικο καμβά. Οι Σκαδιώτες να το θυμάστε, μπορεί να ξαναχωθούν σε στοές να βγάζουν και πάλι σμυρίγλι, μα το χωριό τους θα το δοξάσουν, όπως τότε... γιατί «ο καημός τους είναι βουνό και ο πόνος τους μεγάος...»

«Ετσά κι αλλιώς κι αλλιώτικα!»


*ο Γιώργος Τσούτσιας είναι γνωστός καταξιωμένος δημοσιογράφος – εκδότης, πολιτικός επιστήμων, συγγραφέας, με ιδιαίτερη καριέρα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, στα ΜΜΕ, καθώς και σε Διεθνείς Οργανισμούς. 

Το μνημείο των πεσόντων από την πείνα του Σκαδού, τον ενέπνευσε να δημιουργήσει με το CNN International ένα ντοκυμαντέρ διεθνούς παραγωγής για τη Νάξο, που σύντομα θα το δείτε

Του Γιώργου Τσούτσια*

Δεν υπάρχουν σχόλια: