Απάντηση στις ατεκμηρίωτες απόψεις γνωστού φιλολογίζοντος.
Γράφει ο φιλόλογος-πρώην βουλευτής Νίκος Ι. Λεβογιάννης.
Α) Η ναξιακή καταγωγή του Άνθιμου
1. Ουδείς επιστήμονας, Νάξιος και μη, έχει μέχρι σήμερα αμφισβητήσει την εκ Νάξου καταγωγή του Οικ. Πατριάρχη Άνθιμου Γ΄ Χωριανόπουλου. Όμως, μετά την τοποθέτηση στην Κωμιακή της προτομής του Πατριάρχη (Σεπτέμβριος 2006) και με καθυστέρηση δέκα χρόνων από την πρώτη δημοσίευση της βιογραφίας του Άνθιμου στην οποία δίνεται έμφαση στην καταγωγή του από την Κωμιακή, εμφανίστηκε ο Κυνιδαριώτης αρχιτέκτονας κ. Τουμπακάρης με διάφορα σχόλια αρχικά στο περιοδικό «Ναξιακά» και άρθρα στη συνέχεια σε τοπικές εφημερίδες, να αμφισβητεί την καταγωγή του από την Κωμιακή, αλλά το «κατά κόσμον» όνομα και επίθετό του.
Παρά τις τεκμηριωμένες απαντήσεις που πήρε από τον γράφοντα, αλλά και τον Κωμιακίτη φιλόλογο Στάθη Φατούρο με επανειλημμένα δημοσιεύματα σε εφημερίδες, περιοδικά και βιβλία, επανήλθε και πάλι πρόσφατα με νέο εκτενές αυτή τη φορά άρθρο του στην Επετηρίδα της Εταιρείας Κυκλαδικών Μελετών, στο οποίο επιχειρεί να αμφισβητήσει ακόμη και αυτή την καταγωγή του Πατριάρχη Άνθιμου Γ΄ από τη Νάξο, χωρίς να προσκομίζει το παραμικρό νέο στοιχείο, που να τεκμηριώνει όσα υποστηρίζει ή να αποκρούει τις δικές μας πολύχρονες έρευνες.
2. Για την καταγωγή του Άνθιμου Χωριανόπουλου από τη Νάξο έχουμε δημοσιεύσει στο παρελθόν, όλα τα ντοκουμέντα που είναι καταγραμμένα στα επίσημα κείμενα του Οικ. Πατριαρχείου (Πατριαρχικοί κατάλογοι, Ιστορία του Οικ. Πατριαρχείου, επίσημη ιστοσελίδα του Οικ. Πατριαρχείου κ.λπ.), καθώς και εκείνα που είναι καταχωρημένα στις δημοσιευμένες έρευνες επιστημόνων που βιογραφούν τους μετά την Άλωση της Πόλης Οικ. Πατριάρχες, καθώς και τις αντίστοιχες για την ιστορία της αιματοβαμμένης μητρόπολης Σμύρνης.
3. Αλλά υπάρχουν και άλλα ντοκουμέντα της περιόδου μάλιστα που έζησε ο Άνθιμος Γ΄, τα οποία δημοσιεύουμε για πρώτη φορά στη συνέχεια (πατριαρχικά έγγραφα, δημοσιεύματα περιοδικών, κείμενα συνεργατών και αντιπάλων του Άνθιμου κατά την 20χρονη περίοδο που ήταν μητροπολίτης Σμύρνης 1797-1822). Αυτά είναι τα εξής:
α) Σε Πατριαρχικό σιγίλλιο του Μαρτίου 1817 «Περί της εν τη νήσω Νάξω μονής του αγίου ιερομάρτυρος Ελευθερίου» στο Σαγκρί αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι ο ιδιοκτήτης της παραπάνω Μονής μοναχός Καλλίνικος Βαρβατάκης, «εν έτει σωτηρίω αωιζ, κατά μήνα μάρτιον, αφίκετο εις Σμύρνην και [ανεκοίνωσε] ταύτην εαυτού την βουλήν προς τον ιερώτατον μητροπολίτην Σμύρνης, εν αγίω Πνεύματι αγαπητόν ημών αδελφόν και συλλειτουργόν κυρ Άνθιμον, Νάξιον όντα και αυτόν, και ουδέν ήττον φιλόκαλον και φιλόμουσον...». Το σιγίλλιο φέρει την υπογραφή του Οικ. Πατριάρχη Κυρίλλου ΣΤ΄ (1813-1818) και των μελών της Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου. Η ιστορική και νομική αξία των Πατριαρχικών σιγιλλίων είναι γνωστή και αδιαμφισβήτητη ως σήμερα και η αναφορά του Οικ. Πατριάρχη στον αδελφό και συλλειτουργό αυτού μητροπολίτη Σμύρνης Άνθιμο με την επί πλέον φράση «Νάξιον όντα και αυτόν» δεν επιδέχεται της παραμικρής αμφισβήτησης. Το σιγίλλιο αυτό δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του Ν. Κεφαλληνιάδη: «Το μοναστήρι του Αγ. Ελευθερίου στο Σαγκρί», 1978, σ. 126-135.
β) Στο περιοδικό «Ερμής ο Λόγιος» (Μάιος 1818) δημοσιεύεται μακροσκελές άρθρο με τίτλο «από Κωνσταντινουπόλεως Μαΐου 25, 1818» με θέμα τον αγώνα του ναξιώτη μοναχού Καλλίνικου Βαρβατάκη να ιδρύσει στο Σαγκρί Νάξου «σχολείον κοινόν της Ελληνικής παιδείας». Εκεί γίνεται λόγος για ένα ταξίδι που έκανε τότε στη Σμύρνη ο Βαρβατάκης, όπου συνάντησε τον συμπατριώτη του μητροπολίτη Σμύρνης Άνθιμο: «...απελθών εις Σμύρνην [ο Καλλίνικος], ωμίλησε περί του πράγματος μετά του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου της πόλεως ταύτης, όστις Νάξιος ών, και τα τροφεία προθύμως αποδιδούς τη πατρίδι, ού μόνον παρώρμησε τον Καλλίνικον εις το καλόν, αλλά και χρηματικώς συνετέλεσεν εις την σύστασιν του σχολείου...». Εδώ ο Άνθιμος δεν είναι απλά Νάξιος, αλλά δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ίδρυση σχολείου στην ιδιαίτερη πατρίδα του, ανταποδίδοντας σ’ αυτήν «τα τροφεία προθύμως». Το περιοδικό «Ερμής ο Λόγιος» (1811-1821) είναι από τα σπουδαιότερα κατά την προ της Επανάστασης του 1821 περίοδο, εκδιδόταν στη Βιέννη, εμπνευστής του ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής, εκδότης του αρχικά ο Άνθιμος Γαζής και στη συνέχεια οι: Θ. Φαρμακίδης, Δ. Αλεξανδρίδης και Κ. Κοκκινάκης.
γ) Ο Κων/νος Οικονόμου ο εξ Οικονόμων στο έργο του «Τα σωζόμενα φιλολογικά συγγράμματα», τ. Α΄, σ. 341, αναφερόμενος στις εκκλησίες της Σμύρνης, γράφει: «Και άλλος εις την επάνω συνοικίαν [ναός] επ’ ονόματι του Θεολόγου Ιωάννου ανηγερμένος πρό τινων ενιαυτών επί του νυν ευκλεώς Αρχιερατεύοντος φιλομούσου κυρίου Ανθίμου του Ναξίου». Ο Κ. Οικονόμου ήταν επιφανής κληρικός και δάσκαλος. Κλήθηκε στη Σμύρνη από τον Κωνσταντίνο Κούμα, ιδρυτή του εκεί «φιλολογικού γυμνασίου», για να διδάξει. Αφού δίδαξε επί μια δεκαετία, ανέλαβε σχολάρχης του γυμνασίου από το 1814 μέχρι το 1819 που έπαψε αυτό να λειτουργεί. Μητροπολίτης Σμύρνης ήταν την περίοδο αυτή ο Άνθιμος.
δ) Στο περιοδικό «Χρυσαλλίς, σύγγραμμα περιοδικόν εκδιδόμενον δις του μηνός», έτος Δ΄, τ. Δ΄, Αθήνα 30 Μαρτίου 1866, φυλλάδιον 78, σ. 125,σε άρθρο με τίτλο «Σμύρνης Αναμνήσεις» ο συγγραφέας του (Σ) περιοδεύοντας τη Σμύρνη αναφέρεται και στην «Γραικικήν συνοικίαν, τον επάνω Μαχαλάν». Γράφει: «Εν μέσω της συνοικίας ταύτης κείται η εκκλησία του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, ούσα ίσως η αρχαιοτέρα της Σμύρνης, αλλά κατ’ επιγραφήν τινα προ της εισόδου σωζομένην, η εκκλησία αύτη ανωκοδομήθη, αρχιερατεύοντος Σμύρνης Ανθίμου του Ναξίου, εν έτει 1804, τη προστασία των βεηζαδέδων Παναγιώτου και Δημητρίου των Μουρουζών. Οι Φαναριώται της εποχής εκείνης δεν ωμοίαζον προς τους της νυν. Ό,τι καλόν επράττετο, αυτοί ήσαν οι πρώτοι εργάται του...».
ε) Ο Ν. Κεφαλληνιάδης, ο σημαντικότερος μελετητής της ιστορίας της Νάξου, αναφέρει σχετικά: «Στη Σμύρνη υπήρχαν αρκετοί Αξώτες Κυκλαδίτες ιερωμένοι. “Τρεις μητροπολίται Σμύρνης ήσαν Κυκλαδίται: Ο εκ Μυκόνου Καλλίνικος (1765-1769), ο εκ Νάξου Άνθιμος (1797-1821) και ο εξ Άνδρου Σεραφείμ (1831-1833)” » (Μνήμες από την Ανατολή, σ. 234, σημ. 1).
Όταν λοιπόν έχουμε τόσες πρωτογενείς γραπτές πηγές, αδιαμφισβήτητου κύρους και μάλιστα οι περισσότερες σύγχρονες του Άνθιμου, υπάρχει ελάχιστο έστω περιθώριο αμφισβήτησης της ναξιακής καταγωγής του;
Β) Η καταγωγή του Άνθιμου από την Κωμιακή
Είναι γνωστό ακόμη και από τα σχολικά βιβλία της ιστορίας ότι μία απ’ τις βασικές πηγές της Ιστορίας ως επιστήμης είναι η προφορική παράδοση. Οι άλλες πηγές είναι τα έγγραφα, οι επιγραφές, τα διάφορα μνημεία, οι ναοί, τα κτίρια, τα κτίσματα, τα σκεύη, τα όπλα κ.λπ. Η προφορική παράδοση ως πηγή της ιστορίας κατατάσσεται από τους επιστήμονες στα λεγόμενα «Ζώντα μνημεία».
Όλοι οι μελετητές της εκκλησιαστικής ιστορίας της Νάξου αναφέρουν ως ιδιαίτερη πατρίδα τού Άνθιμου την Κωμιακή και ουδείς κάποιο άλλο χωριό.
1) Πρώτη και ιδιαίτερα σημαντική είναι η αναφορά του δημοσιογράφου Γεωργίου Βαρδή στην εργασία του «Πατριάρχαι και Αρχιερείς Νάξιοι» στην εφημερίδα Ναξιακή Πρόοδος (φ. 82/15.10.1947), στην οποία αναφέρεται ότι ο Άνθιμος γεννήθηκε στην Κορωνίδα (Κωμιακή): «Άνθιμος Γ΄ Κωνσταντινουπόλεως (Βδελλάς, εκ Κορωνίδος)». Ο Γ. Βαρδής ήταν απόγονος (4ης γενιάς) του μητροπολίτη Παροναξίας Άνθιμου Βαρδή (1743-1779), ο οποίος παρότρυνε το νεαρό τότε γιο τού παπά Γιάννη Χωριανόπουλου να φοιτήσει στη Σχολή Αγ. Γεωργίου Γρόττας και στη συνέχεια να συνεχίσει τις σπουδές του στη Σμύρνη.
2) Στην καταγωγή του Πατριάρχη από την Κωμιακή αναφέρεται και ο δάσκαλος Γ. Μελισσηνός στο βιβλίο του «Νάξος» (α΄ έκδοση 1958, β΄ έκδοση 1968). Ο σπουδαίος αυτός εκπαιδευτικός και μελετητής της ιστορίας της Νάξου, είχε εκ της οικογενείας του ισχυρούς δεσμούς με την εκκλησία και τη μητρόπολη της Νάξου.
3) Ο ερευνητής Ιακ. Καμπανέλλης (Ναξ. Πρόδος 1968), ο Κωμιακίτης θεολόγος Γ. Εμμ. Χωριανόπουλος- (Εφημ. Κορωνίς Νάξου 1974), ο καθηγητής της ιστορίας στο Παν/μιο Αθηνών Βασ. Σφυρόερας, ο φιλόλογος-συγγραφέας Ν. Κεφαλληνιάδης και οι Κωμιακίτες επιστήμονες Νίκος Ι. Κορρές (δάσκαλος), Ν.Ι.Λεβογιάννης (φιλόλογος) και Στάθης Φατούρος (φιλόλογος).
4) Το κοινοτικό συμβούλιο Κωμιακής με απόφασή του το 1968 έδωσε το όνομα τού Πατριάρχη στον κεντρικό δρόμο της Κωμιακής, γνωρίζοντας την Κωμιακίτικη καταγωγή του.
Η αξιοπιστία της προφορικής παράδοσης για την καταγωγή, αλλά και το επίθετο του Πατριάρχη Άνθιμου Χωριανόπουλου, ενισχύεται ακόμη περισσότερο, καθότι ο Πατριάρχης έζησε 130 μόλις χρόνια (1763-1843) πριν από εκείνους τους απογόνους του 3ης, 4ης και 5ης γενιάς (1890-1980), οι οποίοι μετέφεραν και κατέθεσαν αυτές τις πληροφορίες στους Κωμιακίτες επιστήμονες Ν. Ι. Κορρέ-δάσκαλο (1968), Γ. Εμμ. Χωριανόπουλο-θεολόγο (1974), Ν. Ιω. Λεβογιάννη-φιλόλογο (1996), αλλά και στο Κοινοτικό Συμβούλιο Κορωνίδας (1968). Οι απόγονοι αυτοί (Ιω. Στ. Χωριανόπουλος 1898-1977, Ευστ. Γ. Χωριανόπουλος1897-1977, Στυλ. Θεοδ. Χωριανόπουλος, 1910-1980 κ.λπ.) ήταν δισέγγονα και τρισέγγονα κάποιων από τα αδέλφια του Άνθιμου. Η συνέχεια έχει ενδιαφέρον.
Γ) Το «κατά κόσμον» όνομα και επίθετο του Οικ. Πατριάρχη Άνθιμου Γ΄
Οι πληροφορίες για το «κατά κόσμον» όνομα και επίθετο του Πατριάρχη Άνθιμου Γ΄: «Σακελάριος Χωριανόπουλος», όπως και για την ιδιαίτερη πατρίδα του, έφθασαν ως τις μέρες μας μέσω της προφορικής παράδοσης, που επιβίωσε στην Κωμιακή, μαρτυρημένες από τα ίδια πρόσωπα - απογόνους 3ης και 4ης γενιάς- κάποιων από τους αδελφούς του Πατριάρχη, που έζησαν 130 χρόνια κατά μέσο όρο πριν απ’ αυτόν. Είναι γνωστό ότι όσοι ακολουθούσαν τον μοναστικό βίο και αφιερώνονταν στην Εκκλησία έπαυαν να χρησιμοποιούσαν το «κατά κόσμον» όνομα και επίθετό τους.
Η σύγκριση των πληροφοριών που έχουμε για τον Σακελάριο Χωριανόπουλο (προφορική παράδοση της Κωμιακής), με τα επίσημα στοιχεία που είναι δημοσιευμένα από τους βιογράφους του Πατριάρχη Άνθιμου Γ΄, καταδεικνύει ότι τα δύο αυτά πρόσωπα ταυτοποιούνται σε ένα. Συγκεκριμένα:
1) Η γραπτή πληροφορία ως προς το γένος του Άνθιμου «Πελοποννήσιος» ταυτίζεται με την προφορική παράδοση που υπάρχει στην Κωμιακή για την εκ Πελοποννήσου προέλευση των Χωριανόπουλων, επομένως και του Πατριάρχη, που ήρθαν στη Νάξο περί το 1740. Στην Σπάρτη υπάρχει και σήμερα αυτό το επίθετο.
2) Η γραπτή πληροφορία για τον τόπο γέννησης του Άνθιμου «την πατρίδα Νάξιος- ανήρ Νάξιος» ταυτίζεται, τόσο με την πληροφορία των Ναξίων μελετητών Γ. Βαρδή και Γ. Μελισσηνού για τον Άνθιμο: «Νάξιος εκ Κορωνίδος», όσο και με την προφορική παράδοση στην Κωμιακή για τον Κωμιακίτη Πατριάρχη από το σόι των Χωριανόπουλων.
3) το έτος γέννησης του Άνθιμου (1762-63 κατ’ άλλους 1770) συμπίπτει με την περίοδο γέννησης του Σακελάριου Χωριανόπουλου, (μεταξύ των ετών 1762-1770).
4) η χρονολογία αναχώρησης του Άνθιμου από τη Νάξο στη Σμύρνη, μετά τη φοίτησή του στη Σχολή Αγ. Γεωργίου Γρόττας (1775-1780), συμπίπτει με την αναχώρηση του 7ου γιου του παπά Γιάννη Χωριανόπουλου Σακελάριου, ο οποίος « εκ της νεανικής του ηλικίας έφυγε διά Σμύρνην και ούτω έμεινε άγνωστος η οικογένειά του» (Ευστ. Χωριανόπουλος: «το γενεαλογικόν δένδρον της οικογένειας Χωριανοπουλαίων, όπως το παρελάβαμεν από τους προγόνους μας», Κωμιακή τ. β΄, σ. 245), δηλαδή δε ηλικία 18-20 ετών.
Από τη σύγκριση όλων αυτών των στοιχείων προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι ο Νάξιος μητροπολίτης Σμύρνης και μετέπειτα Οικ. Πατριάρχης Άνθιμος Γ΄ και ο έβδομος και τελευταίος γιος του παπά Γιάννη Χωριανόπουλου είναι το ίδιο πρόσωπο.
Δ) Το «κατά κόσμον» επίθετο του Άνθιμου Γ΄ δεν είναι Βδελλάς, ούτε Κονδύλης
1) «...τούτου δε καθίσταντο έφοροι και κηδεμόνες ο Σμύρνης Άνθιμος Κονδύλης επικαλούμενος ανήρ Νάξιος...» Π. Ζερλέντης (Ν. Κεφαλληνιάδης: «Το μοναστήρι του Αγ. Ελευθερίου στο Σαγκρί», 1978, σ. 50).
2) «...άγιος/Σμύρνης ήτο τότε ο εκ Νάξου καταγόμενος Άνθιμος (11/5/1797-Οκτ. 1821) ο υπό του λαού επικαλούμενος Βδελλάς» Ν. Α. Βέης (Μικρασιατικά Χρονικά τ. 2, 1939, σ. 11).
Η πρώτη φράση είναι η μοναδική στην οποία αναφέρει τον Άνθιμο Γ΄ στα κείμενα του ο πολυγραφότατος Συριανός φιλόλογος Περ. Ζερλέντης (1852-1925), άριστος γνώστης της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Είναι επίσης η μοναδική στην οποία αναφέρεται το όνομα Κονδύλης σε σχέση με τον Άνθιμο Γ΄, χωρίς ο Ζερλέντης να δίνει καμία επί πλέον διευκρίνιση ή πληροφορία.
Η δεύτερη φράση καταγράφεται από τον Ν. Α. Βέη (1883-1958), σύγχρονο περίπου του Π. Ζερλέντη, σπουδαίο φιλόλογο, καθηγητή του Παν/μίου Αθηνών στην έδρα της «Μεσαιωνικής και Νεωτέρας Ελληνικής Φιλολογίας» (1925-1946), τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών (1943) και Πρόεδρο της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών (1948-1952).
Η καταγραμμένη μόνο από τον Π. Ζερλέντη αναφορά «Άνθιμος Κονδύλης επικαλούμενος» εκλαμβάνεται από τον φιλολογίζοντα αρχιτέκτονα κ. Τουμπακάρη ως εμπεριέχουσα το «κατά κόσμον» επίθετο του Οικ. Πατριάρχη Άνθιμου Γ΄.
Υπάρχει όμως και η αναφορά του Ν. Α. Βέη στον Άνθιμο με την ίδια ακριβώς αρχαιοελληνική διατύπωση: «Άνθιμος Βδελλάς επικαλούμενος», την οποία επί πλέον καταγράφουν και όλοι σχεδόν οι βιογράφοι του Άνθιμου και πολλοί μελετητές της ιστορίας του Οικ. Πατριαρχείου και της Μητρόπολης Σμύρνης: «Άνθιμος Γ΄ ο Νάξιος επωνυμούμενος Βδελλάς» (Φιλ. Βιτάλης κ.α.), αλλά και Νάξιοι μελετητές: «Πατριάρχης Άνθιμος επονομαζόμενος Βδελλάς» (Εύη Σκληράκη κ.α.).
Το όνομα Βδελλάς επεξηγούν οι βιογράφοι του Άνθιμου ότι είναι παρατσούκλι, το οποίο είχε αποδοθεί σ’ αυτόν από τον λαό της Σμύρνης «διά το σχήμα των οφρύων του» (τα φρύδια του είχαν σχήμα και χρώμα βδέλλας).
Εφόσον λοιπόν η φράση «Βδελλάς επικαλούμενος ή επονομαζόμενος ή επωνυμούμενος» παραπέμπει σε επονομασία, σε πρόσθετη ονομασία, σε παρατσούκλι, είναι αυταπόδεικτο ότι και η φράση «Κονδύλης επικαλούμενος» έχει την ίδια ερμηνεία. Εκτός αν δεχτούμε ότι η μετοχή επικαλούμενος δεν έχει την ίδια ερμηνεία στις δύο αυτές ταυτόσημες φράσεις. Αλλά αυτό θα είναι παραλογισμός. Όπως παραλογισμός θα είναι να δεχτούμε ότι ο Άνθιμος είχε δύο «κατά κόσμον» επίθετα: Βδελλάς και Κονδύλης!!!
Δεν μπορεί επίσης να δεχτούμε ότι ο σχολαστικός φιλόλογος Π. Ζερλέντης διέπραξε τέτοιο συντακτικό και ερμηνευτικό λάθος, να υποστηρίζει δηλαδή με την παραπάνω διατύπωση ότι το «κατά κόσμον» επίθετο του Άνθιμου είναι «Κονδύλης». Άλλη θα ήταν η διατύπωση αν εννοούσε κάτι τέτοιο και σίγουρα θα ανέφερε την πηγή του.
Η απάντηση προκύπτει ξεκάθαρα από την αναφορά του καθηγητή Ν. Α. Βέη, ο οποίος εξηγεί: «υπό του λαού Βδελλάς επικαλούμενος», ο λαός δηλαδή τον φώναζε έτσι, του είχε δώσει αυτό το παρατσούκλι.
Επομένως το ζήτημα είναι απλούστατο και το διευκρινίζει απόλυτα η παρουσία και στις δύο αυτές ταυτόσημες φράσεις της παθητικής μετοχής «επικαλούμενος». Πρόκειται δηλαδή για επιπρόσθετη ονομασία, νεότερη ονομασία, μετονομασία, ένα παρατσούκλι.
Ε) Τι απαντούν τα λεξικά της αρχαίας ελληνικής γλώσσας
Τα Λεξικά της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας μιλούν από μόνα τους. Οποιοδήποτε λεξικό κι αν ανοίξει κάποιος, ακόμη και ο πλέον αδαής περί την ελληνική, στο λήμμα επικαλέω-ώ (παθητική φωνή) θα πληροφορηθεί ότι αυτό το ρήμα και αυτή η μετοχή προσδιορίζουν νεότερη ονομασία, επιπρόσθετη ονομασία, παρωνύμιο, προσωνύμιο, παρατσούκλι. Στα πιο γνωστά λεξικά της ελληνικής γλώσσας διαβάζουμε στο σχετικό λήμμα:
1) H. Liddell-R. Scott, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής γλώσσης: «Επικαλέω: ΙΙ. Παθ., λαμβάνω νέαν επωνυμίαν, μετονομάζομαι, προσονομάζομαι σκωπτικώς ή υποκριτικώς. Αριστόδημον τον μικρόν επικαλούμενον Ξεν. Απομν. 1,4,2, πρβλ. Ελλ. 2,3,30».
2) Ιω. Σταματάκου, Λεξικόν αρχαίας ελληνικής γλώσσης: «Επικαλώ: ονομάζω προσέτι, δίδω είς τινα επωνύμιόν τι. Παθητ. λαμβάνω νέαν επωνυμίαν, μετονομάζομαι».
3) Μέγα Λεξικό της εγκυκλοπαίδειας «Παιδεία»: «Επικαλούμαι: (σπαν.) επονομάζομαι: Μωάμεθ Β΄ ο επικαλούμενος Πορθητής. Επονομάζομαι: δίνω σε κπ. ένα επί πλέον όνομα, συνηθ. από κάποια αιτία ή από κάποιο ιστορικό γεγονός, Ριχάρδος Γ΄ ο επονομαζόμενος Λεοντόκαρδος. Επονομασία: το πρόσθετο, το επί πλέον όνομα. Επωνυμία: η πρόσθετη, η επί πλέον ονομασία.
4) Ιω. Σταματάκου, Λεξικό Νέας Ελληνικής γλώσσας: «Επικαλώ: καλώ τινα διά προσθέτου ονόματος (εκτός του συνήθους), επονομάζω, προσονομάζω, παρονομάζω».
5) Επίτομον Λεξικόν-Πάπυρος Λαρούς: «Επικαλώ: επονομάζω, καλώ τινα διά προσθέτου ονόματος πλην του συνήθους. Επικαλούμαι: επονομάζομαι».
6) Σύγχρονον Λεξικόν Επιτροπής Φιλολόγων-Διαγόρας: «Επικαλούμαι: επονομάζομαι. Επονομάζω: δίδω νέο όνομα ή χαρακτηρισμόν».
7) Δημητράκος, Νέον Ορθογραφικόν Ερμηνευτικόν Λεξικόν: «Επικαλούμαι: λαμβάνω παρωνύμιον, παρατσούκλι. Αριστόδημον μικρόν επικαλούμενον».
Συμπέρασμα: Το «κατά κόσμον» επίθετο του Άνθιμου Γ΄ δεν ήταν Κονδύλης, ούτε Βδελλάς, καθότι αυτά δεν αναφέρονται από καμία πηγή.
Αντίθετα μοναδική πηγή πληροφόρησης για το κατά κόσμον επίθετο του Άνθιμου παραμένει η ισχυρή προφορική παράδοση της Κωμιακής, κατατεθειμένη από πολλούς απογόνους του 3ης και 4ης γενιάς, για την καταγωγή του απ’ το πολυάνθρωπο σόι των Χωριανόπουλων, το οποίο έχει δώσει στην Κωμιακή μεγάλο αριθμό ιερέων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου