Σάββατο 28 Μαΐου 2011

Η ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΣΤΗ ΝΑΞΟ ΚΑΙ ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΤΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ

Από τον 7ο μ.Χ. αιώνα μέχρι και την άλωση της Πόλης τα νησιά και
τα παράλια του Αιγαίου υπέστησαν τα πάνδεινα από τους Άραβες, τους
γνωστούς Σαρακηνούς, που με ορμητήριά τους την Αφρική, Ασία και
Κρήτη, ρήμαξαν και φορολογούσαν τους πάντες για τα πάντα. Ακόμα
έχουν μείνει στα διάφορα νησιά, και ιδιαίτερα στα Κυκλαδονήσια, σ’
ορισμένους όρμους, τα τοπωνύμια «Τα Σαρακήνικα ».
Επίσης, διάφοροι πειρατές, Ιταλοί, Ενετοί, Γενουάτες, Μαλτέζοι,
Καταλανοί, Νορμανδοί κ.α., επωφελούμενοι από την εξασθένηση της
ναυτικής δύναμης του Βυζαντίου, έγιναν ο φόβος και ο τρόμος σ’ όλο το
Αιγαίο.
Μετά την άλωση της Κων/πολης διάφοροι πειρατές και κουρσάροι,
χριστιανοί και μουσουλμάνοι, οι γνωστοί Μπαρμπαρέζοι, αλώνιζαν
κυριολεκτικά το Αιγαίο όλο το 16. και 17. αιώνα κάτω από τις σημαίες
διαφόρων κρατών, που τότε βρίσκονταν σε ανταγωνισμό.
Ανάμεσα στους κουρσάρους, πολλές φορές, ήταν και διάφοροι
ιππότες, που όταν κουράζονταν από την πειρατεία ή ερωτεύονταν κάποια
αρχοντοπούλα, στα διάφορα νησιά, άφηναν το κούρσος,
παντρευόντουσαν και ξεχνούσαν το παλιό τους επάγγελμα. Μερικά από
τα πιο γνωστά ονόματα ήταν ο Μαρκήσιος Φλερύ, ο Τεμερικούτ, ο
Κρεβελιέ, ο Ντε Ραϋμόντ ντε Μοντένα κ.α.

   Από τους σκληρότερους Έλληνες πειρατές ήταν, ως γνωστόν, οι   
Μανιάτες, σκληροί και αδίκαστοι πλιατσικολόγοι, αλλά και άλλοι                                          
νησιώτες, όπως οι Αμοργιανοί, οι Τηνιακοί, οι Κασιώτες κ.α. Ανάμεσά
τους γνωστά ονόματα ο καπετάν Μανέτας, ο Κάψης, ο Φραγκόπουλος, ο 
Λόλιος κ.α. Άνθρωποι φυγόδικοι, τυχοδιώκτες, όργωναν κυριολεκτικά το
Αιγαίο, σφάζοντας, καίγοντας, αρπάζοντας ότι εύρισκαν μπροστά τους ή
και αιχμαλωτίζοντας ανθρώπους, άντρες και γυναίκες, για να τους
πουλήσουν σκλάβους στα σκλαβοπάζαρα της Πόλης, της Σμύρνης ή της
Μπαρμπαριάς .
Οι Ναξιώτες υπέφεραν τα πάνδεινα την εποχή εκείνη. Μέρα νύχτα
δεν είχαν ησυχία ούτε ασφάλεια. Ζούσαν με το φόβο ότι από στιγμή σε
στιγμή μπορούσαν να εμφανιστούν πειρατικά καράβια και να τους
πάρουν όλο τους το βιος. Οι παραθαλάσσιες περιοχές εγκαταλείφθηκαν
και οι Ναξιώτες σιγά-σιγά άρχισαν να κτίζουν οικισμούς στο εσωτερικό
του νησιού. Η πρωτεύουσα μεταφέρεται στο κάστρο τ’ Απαλίρου και οι
κάτοικοι της Νάξου συγκεντρώνονται στο κέντρο του νησιού στη
Δρυμαλιά ή σε οικισμούς σκαρφαλωμένους στο Ζα, στο Φανάρι ή στην
Κόρωνο. Πάνω στα βουνά και στις βαθιές χαράδρες πίστευαν ότι θα
μπορούσαν ν’ αντιμετωπίσουν καλύτερα τις πειρατικές επιδρομές.

Η πειρατεία κράτησε αρκετά, μέχρι και τα χρόνια της Επανάστασης,

όπου τότε ο Καποδίστριας της έδωσε το τελευταίο κτύπημα με τον
Μιαούλη.
 

Ο ΒΑΡΒΑΡΟΣΣΑ ΣΤΗ ΝΑΞΟ
Το 1537 αράζει στο λιμάνι της Νάξου με τις 70 γαλέρες ο Χαιρεντίν
Μπαρμπαρόσσας , ο τρομερός Κοκκινογένης , ο Μπαρμαρέζος πειρατής,
στον οποίο ο Σουλτάνος ανέθεσε τη
ναυμαχία του τουρκικού στόλου στο
Αιγαίο. Υπήρξε ο φόβος και ο τρόμος των
νησιωτών. Όσα νησιά προσπάθησαν να
αντισταθούν οδηγήθηκαν στην
ολοκληρωτική καταστροφή και
ισοπέδωση. Δούκας της Νάξου τότε ήταν
ο Ιωάννης Κρίσπος, ο οποίος
αναγκάστηκε να συνθηκολογήσει. Από επιστολή που έστειλε το 1537
στους χριστιανούς ηγεμόνες της Δυτικής Ευρώπης και δημοσιεύεται στο
βιβλίο «Κουρσάροι στο Αιγαίο» του Ν. Κεφαλληνιάδη μαθαίνουμε τι
συνέβη τότε. Οι κάτοικοι που ειδοποιήθηκαν για τον ερχομό του πειρατή
έντρομοι και πανικόβλητοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και έτρεξαν να
κρυφτούν. Όταν οι πειρατές προσορμίστηκαν στο νησί, επιτέθηκαν
λεηλατώντας και καίγοντας ό,τι έβρισκαν μπροστά τους. Τότε ο
Μπαρμπαρόσσα έστειλε αγγελιοφόρο στο παλάτι του δούκα ζητώντας
να παραδοθεί, αν θέλει να σώσει τον εαυτό του, το λαό του και την
οικογένεια του. Εκείνος αναλογιζόμενος τον κίνδυνο της λεηλασίας και
της σφαγής και αφού κανείς δεν μπορούσε να αντισταθεί,
συνθηκολόγησε με τον Μωαμεθανό τύραννο.
 

1)ΒΙΓΛΕΣ ΚΑΙ ΦΡΥΚΤΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ                                          
ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΩΝ ΠΕΙΡΑΤΩΝ.
ΟΙ ΒΙΓΛΕΣ
Οι βίγλες χτίζονταν σε ψηλές τοποθεσίες σε παραθαλάσσιες περιοχές
και χρησίμευαν ως παρατηρητήριο. Σύμφωνα με τον Α.Κατσουρό
«τοπωνύμια της Νάξου» πρόκειται για σκοπιές απ’ όπου μπορούσε
κανείς να εποπτεύει μεγάλη έκταση στεριάς ή θάλασσας και προέρχεται
από την λατινική λέξη vigilia που θα πει νυχτερινή φρουρά. Κάποιοι
φύλακες βιγλάτορες, που συνήθως ορίζονταν από την κοινότητα,
παρατηρούσαν τη θάλασσα και όταν έβλεπαν εχθρικά πλοία να
πλησιάζουν ειδοποιούσαν με σινιάλο, που ήταν καπνός την ημέρα και
φωτιά τη νύχτα. Το σύνθημα έπαιρνε
κάποιο κάστρο και το μεταβίβαζε γρήγορα
στο εσωτερικό του νησιού. Έτσι οι κάτοικοι
προλάβαιναν να κρυφτούν. Υπήρχαν όμως
και περιπτώσεις που οι πειρατές δεν
γίνονταν αντιληπτοί και αιφνιδίαζαν τους
κατοίκους, Τότε ακολουθούσε άγρια σφαγή
και μέχρι σήμερα υπάρχουν τοποθεσίες με
το όνομα «Σφαγή» και «Παρασφαγιό».
Βίγλες υπήρχαν σε όλες τις
παραθαλάσσιες περιοχές νου νησιού απ’ όπου μπορούσαν να κάνουν
απόβαση οι εχθροί. Ακόμα και σήμερα διατηρούνται πολλά τοπωνύμια
με το όνομα «Βίγλα», όπως η παραλία της μικρής Μικρής Βίγλας στη
νότια Νάξο και πολλά άλλα. Άλλες γνωστές βίγλες ήταν ο Πύργος της
Αγιασού, σε ψηλό και απότομο ύψωμα δύο χιλιόμετρα από την παραλία
της Αγιασού, το Πυργάκι στην περιοχή Ποταμίδες, ο Πύργος του
Νόσκελου στο Καστράκι και πολλές άλλες διάσπαρτες στο νησί.
ΤΡΟΠΟΙ ΑΜΥΝΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ
Οι κάτοικοι των χωριών και οικισμών ενημερώνονταν συνήθως
εγκαίρως από τα σινιάλα που έστελναν οι βιγλάτορες για την επιδρομή
πειρατών και έτρεχαν στα καταφύγια
τους μέχρι να περάσει ο κίνδυνος.
Συνήθως κρύβονταν στα κοντινά
κάστρα ή στις σπηλιές (π.χ. σπηλιά του
Ζα, Καλορίτσα κ.α.). Τα χρόνια εκείνα σε
όλα τα χωριά μικροί και μεγάλοι είχαν
σφεντόνες. Σε περίπτωση πειρατών
ανέβαιναν στα ψηλωτάρια
(ψηλοκρεμαστά μέρη) και σημάδευαν τους πειρατές. Έριχναν τις πέτρες
σαν βροχή και καθυστερούσαν με αποτέλεσμα να χάνουν το προτέρημα
του αιφνιδιασμού. Στο μεταξύ τα γυναικόπαιδα έτρεχαν στα καταφύγια
τους.
Την μεγάλη σκοπευτική ικανότητα των σφεντονιτών αποδεικνύει και
μια απεραθίτικη παράδοση. Κάποτε φάνηκαν ληστοπειρατές στα
Απεραθίτικα και οι βιγλάτορες ειδοποίησαν αμέσως τους χωριανούς.
Μόλις έφτασαν στο μποβάλημα της Ροπικής και παίρνανε το δρόμο για
το χωριό, οι σφεντονίτες άρχισαν να ρίχνουν τις πέτρες βροχή. Τότε μια
καλή βολή πέτυχε κατακέφαλα τον αρχηγό τους τον ξακουστό Μπέη-
Μπρε, ο οποίος έπεσε κάτω νεκρός. Τότε οι πειρατές τα έχασαν, πήραν
στα χέρια τους τον πεθαμένο αρχηγό τους και γύρισαν πίσω στα καράβια
τους. Από τότε το σημείο εκείνο ονομάστηκε «Μπροβάλημα του Μπέη-
Μπρε». (Διήγηση του Ν. Πρωτονοτάριου, προέδρου της κοινότητας
Απειράνθου).
Επίσης από το Μ.Μπαρδάνη μαθαίνουμε ότι , όταν τα βοσκοκόπελα
απ’ τις βίγλες έβλεπαν να πλησιάζουν πειρατές στη Νάξο , τρέχανε να
ξεκουδουνόσουνε τα ζα (να βγάλουν τα κουδούνια), για να μην προδίδει
ο θόρυβος την ύπαρξη των ζώων μέσα στις ρεματιές . Ύστερα φορούσαν
όσα κουδούνια μπορούσαν και τα χτυπούσαν τρέχοντας στις
βουνοκορφές, για να ειδοποιήσουν έτσι τις οικογένειες τους να πάνε στις
γύρω σπηλιές. Με το χτύπημα των κουδουνιών παραπλανούσαν τους
πειρατές και για την πραγματική θέση των κοπαδιών.


2) ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΗΣ ΟΡΕΙΝΗΣ ΝΑΞΟΥ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ.
ΑΠΑΝΩ ΚΑΣΤΡΟ
Το απάνω κάστρο της Δρυμαλίας υψώνεται στα δυτικά του λεκανοπεδίου
της Τραγαίας αποτελεί συνέχεια της οροσειράς της ράχης των Μονιτσιών
και το κορφίδι Λειβαδερού. Ανατολικά απλώνεται το λεκανοπέδιο της
Τραγαίας με τις γκριζοπράσινες ελιές μεταξύ
των οποίων προβάλλουν τα χωριά. Νοτιά
απλώνεται ο κάμπος του Σαγκρίου δυτικά η
πεδιάδα της Ποταμιάς. Βόρεια απλώνεται η
συνέχεια της οροσειράς των Μονιτσιών. Η
τοπογραφική αυτή θέση φανερώνει ότι τι
Απάνω κάστρο δεσπόζει στην κεντρική Νάξο.
Είναι γνωστό με τις εξής ονομασίες: Κάστρο Ποταμιάς, Κάστρο Τραγαίας,
Κάστρο Κουτσουχεράδου.
Η ιστορία του Απάνω Κάστρου χάνεται στα βάθη των αιώνων. Πρέπει να
σημειώσουμε ότι υπάρχουν ίχνη και μνημεία τόσο της Αρχαίας όσο και
της Βυζαντινής και της Ενετικής εποχής. Κατά μήκος των τοίχων του
κάστρου βρίσκονται κτισμένα τα εκκλησάκια της Βυζαντινής περιόδου. Ο
Άγιος Γεώργιος και η Παναγιά η Καστριανή. Τα σπουδαιότερα όμως
μνημεία του κάστρου θεωρούνται τα δυο αρχαία νεκροταφεία. Εκεί
υπάρχει το τοπωνύμιο «Σκλάβες», που έχει άμεση σχέση με την ιστορία
του κάστρου και μαρτυρά το πέρασμα των πειρατών από εκεί καθώς και
την αιχμαλωσία των κατοίκων από αυτούς. Στο κάστρο αυτό υπήρχε
φρούριο που προστάτευε την Δρυμαλία, το πλουσιότερο μέρος στο νησί,
από τις πειρατικές επιδρομές και αποτελούσε κατοικία του δούκα.
Ανοικοδομήθηκε από το Μάρκο Σανούδο, ο οποίος όμως επέλεξε σαν
κυρία κατοικία το κάστρο της Νάξου. Εκτός από τα τοπωνυμία σκλάβες
και μνηματάκια των σκλάβων πολλοί θρύλοι και παραδόσεις σώζονται
μέχρι σήμερα σχετικά με τις πειρατικές επιδρομές.
Το κάστρο ήταν περιτριγυρισμένο με τείχη γι’αυτό και δε μπορούσαν να
το καταλάβουν. Λέγεται ότι έβραζαν λαδί έκαναν λάσπη και έχτιζαν τα
ντουβάρια. Σύμφωνα με την παράδοση κάποτε κατέβηκε μια γριά να
πάρει νερό από ένα κοντινό πηγάδι. Δυστυχώς την έπιασαν οι Τούρκοι και
της είπαν: «Άφησε μας να μπούμε μέσα και μη μιλήσεις». Μόλις οι
Τούρκοι μπήκαν μέσα, πρώτα πήραν το κεφάλι της γριά κι έπειτα
πετσοκόψανε τους υπόλοιπους. Διασώζεται επίσης άλλη μια παράδοση:
ήταν μια γριά την οποία έπιασαν οι πειρατές και της ζήτησαν τα κλειδιά.
Όταν οι πειρατείας μπήκαν μέσα πήγαν στο παρεκκλήσι τ’ Αϊ Γιάννη,
βρήκαν γέρο καλόγερο τον έκαψαν και αφού του άνοιξαν λάκκο τον
έριξαν μέσα. Ακόμα όμως και το όνομα του χωριού Κουτσουχεράδο, που
βρίσκεται κάτω από το κάστρο κατά μία εκδοχή έχει άμεση σχέση με την
πειρατική επιδρομή. Το Κουτσουχεράδο ονομάζεται έτσι, γιατί οι πειρατές
στο Απάνω κάστρο κουτσουχερέψανε (δηλαδή εξόντωσαν) τούς κατοίκους
του χωριού.
Το Απάνω Κάστρο υψώνεται ακόμη ερειπωμένο και επιβλητικό στην
ορίζοντα θυμίζοντας την παλιά δόξα. Πολλές φορές οι κάτοικοι των
κοντινών χωριών έτρεξαν αυτό κυνηγημένοι από τους πειρατές. Ακόμη
και σήμερα διατηρούνται από τα απομεινάρια εκείνης της εποχής οι
πολεμίστρες, τα μισογκρεμισμένα τείχη, οι δεξαμενές,, οι στοές τα
ερειπωμένα ξωκλήσια, που διηγούνται την ιστορία μέχρι σήμερα.
 

TO KΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΑΠΑΛΙΡΟΥ                                                                         
Το κάστρο του Απαλίρου ήταν χτισμένο στα νότια της Νάξου στο
εσωτερικό του νησιού. Κατά τη βυζαντινή εποχή ήταν πρωτεύουσα και
γύρω από αυτό ήταν συγκεντρωμένος ο
περισσότερος πληθυσμός του νησιού. Η θέση
του ήταν εξαιρετικά οχυρή, αφού βρίσκεται
σε απρόσιτο βράχο με μεγάλο υψόμετρο. Από
εκεί μπορούσαν να παρατηρούν το
λεκανοπέδιο της Δρυμαλίας, τον κάμπο του
Μπαούζη, την περιοχή του Σαγκριού, τον
κάμπο του Μαραθού, την πλαγιά του Ζα και τις παραθαλάσσιες περιοχές
της νότιας Νάξου. Η τοπογραφική του θέση φανερώνει τη σημασία του
κάστρου για τον έλεγχο του νησιού. Είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι το
κατέλαβαν γύρω στο 850 μ.χ. οι Σαρακηνοί και έγιναν κύριοι του νησιού.

Το 1207μ.χ. ο Ενετός Μάρκος Σανούδος με το στόλο του επιτέθηκε στη

Νάξο. Απόβιβάστηκε στις Ποταμίδες (Σαρακήνικα) και πολιόρκησε το
κάστρο, που εκείνη την εποχή είχαν στα χέρια τους Γενουάτες πειρατές.
Για 40 ολόκληρες ημέρες δεν μπορούσαν οι Ενετοί να το κυριεύσουν και οι
μισθοφοροι του Σανούδου ήταν έτοιμοι να υποχωρήσουν. Τότε ο
Σανούδος αποφασισμένος καθώς ήταν να καταλάβει το νησί, έκαψε όλα
του τα πλοία . Με τον τρόπο αυτό ανάγκασε τους στρατιώτες του να
αγωνιστούν μέχρι το τέλος. Όταν κατέλαβε το νησί, αποφάσισε να χτίσει
το κάστρο του στην Χώρα, για να είναι κοντά στο λιμάνι. Ο Σωζέ
αναφέρει ότι ο Σανούδος φοβήθηκε μήπως ανακαταλάβουν εχθροί το
κάστρο και το κατέστρεψε ολοσχερώς βομβαρδίζοντάς το.
Ακόμα και σήμερα διατηρούνται χαλάσματα από εκκλησίες, δεξαμενές
και τείχη. Γύρω από το κάστρο οι ερειπωμένες βυζαντινές εκκλησίες, οι
σωροί από πέτρες των κατεστραμμένων χωριών, οι βρύσες και τα πηγάδια
αποτελούν απομεινάρια εκείνων των χρόνων. Το κάστρο του Απαλίρου
και η ιστορία του συνδέεται με πολλές παραδόσεις, που αφορούν τις
πειρατικές επιδρομές και τις προσπάθειες των κατοίκων να
προστατευτούν. Ας δούμε μερικές από αυτές.
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΟΥ ΚΑΣΤΡΟΥ
Σύμφωνα με την παράδοση το κάστρο του Απαλίρου το έχτισαν τα
παλιά χρόνια οι Καστρινές, για να φυλάγονται από τους πειρατές που
έρχονταν εκείνη την εποχή και καταστρέφανε τον κόσμο. Όταν έρχονταν
οι κουρσάροι, οι Καστρινές κλείνανε τις πόρτες του κάστρου και
ανεβασμένες στις πολεμίστρες πολεμούσανε τους εχθρούς με σφεντόνες
και πέτρες, γιατί τότε δεν υπήρχαν όπλα. Στους πρόποδες του βουνού
ήτανε η εκκλησία του Αι Γιώργη, που υπάρχει ακόμη και σήμερα. Όταν
γιόρταζε εκείνο το ξωκλήσι, οι Καστρινές κατέβαιναν να γιορτάσουν.
Έξω από εκείνη την εκκλησία υπάρχει ένα πηγάδι. Στο εκκλησάκι την
ημέρα του Αγίου Γεωργίου οι κοπέλες είχαν κατέβει και χορεύανε και
ξαφνικά ακούσανε ένα παιδί να λέει πως οι Τούρκοι έρχονται στον
«κάμπο του φονιά». Πριν προλάβουν να συνέλθουν, άκουσαν τις φωνές
των Τούρκων. Από το φόβο τους οι κοπέλες να μην τις πιάσουν χόρευαν
και μια πέφτανε μέσα στο πηγάδι. Η παράδοση του Δαμαριώνα λέει πως
το κάστρο το έκτισαν και κατοικούσαν γυναίκες ανδρείες σαν τις
Αμαζόνες. Επίσης οι Τούρκοι, όταν έπιασαν το παιδί, το ρώτησαν που
είναι το χωριό και με την απειλή πως, αν δεν τους έλεγε, θα το σκότωναν.
Όμως το παιδί δεν τους είπε αλλά τους ξεγέλασε .Οι Τούρκοι το πήραν
μαζί τους και το έκαναν γενίτσαρο. Ένα μέρος του κάστρου που είχε
πέτρες η παράδοση τις ονομάζει «Γυναικόπετρες». Οι πέτρες
ονομάζονται «Γυναικόπετρες», γιατί εκεί πήγαιναν οι γυναίκες και
πετούσανε τις πέτρες στους πειρατές για να τους εμποδίσουν. Αξίζει να
παρατηρήσει κανείς τους τεράστιους λίθους τους οποίους εκσφενδόνιζαν
γυναίκες και όχι άνδρες. Οι γυναίκες φέρουν εξ΄ ολοκλήρου το βάρος του
αγώνα του κάστρου για την απόκρουση του εχθρού. Στο Δαμαριώνα, αν
και είναι παράδοση, επικρατεί η αντίληψη για το κάστρο του Απαλίρου
ότι υπήρξε «Γυναικόκαστρο», εφόσον το κατοικεί βασιλοπούλα, οι
γυναίκες ήταν μόνες στον Αϊ Γιώργη και οι γυναίκες των γυναικόπετρων
το υπερασπίζονται.
ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ
Ένα άλλο βυζαντινό κάστρο είναι το κάστρο του Καλόγερου ή
Καλόερου, που βρίσκεται στην ορεινή Νάξο και θεωρείται ότι
χρησιμοποιήθηκε από τους αρχαίους χρόνους ως τον Μεσαίωνα.
Σύμφωνα με την παράδοση πήρε το όνομα του από ένα γέρο που ζούσε σε
μια σπηλιά στο βουνό. Είναι χτισμένο σε απόκρημνο και δύσβατο μέρος
και ήταν απόρθητο, αφού η πρόσβαση σε αυτό ήταν πολύ δύσκολη. Από
την κορυφή του έχει κανείς τη δυνατότητα να παρατηρήσει τα πάντα σε
μεγάλη απόσταση στεριάς αλλά κυρίως θάλασσας. Το κάστρο του
Καλόερου όπως και τα περισσότερα κάστρα που είναι κοντά στη θάλασσα
τα χρησιμοποιούσαν για να προστατεύουν τα πλοία που ερχόταν από τα
μικρασιατικά παράλια και κατευθύνονταν προς την Κρήτη ειδοποιώντας
με τον καπνό της φωτιάς που άναβαν. Σκοπός του ήταν η ασφάλεια του
βυζαντινού στόλου που τον 9 και 10 αιώνα προσπαθούσε να επανακτήσει
την Κρήτη που είχαν καταλάβει Άραβες .
Η παράδοση λέει ότι κάποια φορά είχαν βγει πειρατές στη στεριά και
προσπαθούσαν να κυριεύσουν το κάστρο αλλά δεν έβρισκαν πουθενά
είσοδο, αφού υπήρχε μόνο ένα κρυφό μονοπάτι που οδηγούσε σε αυτό.
Καθώς έψαχναν γύρω γύρω συνάντησαν σε ένα ρυάκι μια γριά που
έπλενε ρούχα. Την έπιασαν και προσπάθησαν από αυτή να μάθουν το
κρυφό μονοπάτι. Τότε της υποσχέθηκαν ότι άμα τους οδηγήσει στην
κορυφή του βουνού, θα σώσουν τη ζωή της και τη ζωή της οικογένειας της.
Η γριά τους πίστεψε και τους έδειξε το δρόμο. Μόλις έφθασαν πάνω, τη
σκότωσαν, όπως και όλους όσοι βρίσκονταν εκεί και έβαλαν φωτιά στο
κάστρο. Όπως βλέπουμε, είναι πολύ συχνός ο τύπος της παράδοσης που ο
λαός θέλει να βρίσκουν παραδειγματικό θάνατο όσοι πρόδωσαν τους
χωριανούς τους ακόμη και αν το έκαναν από φόβο.
Ακόμη και σήμερα υπάρχουν εμφανή τμήματα οχυρώσεων που
μαρτυρούν την παρουσία κάστρου κλεισμένου με τείχη από όλες τις
πλευρές εκτός της ανατολικής που βρίσκεται προς τη θάλασσα και είναι
πιο απότομη. Επίσης υπάρχουν ίχνη από δωμάτια, αποθήκες και
δεξαμενές.

3) ΘΡΥΛΟΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΧΩΡΙΩΝ ΚΑΙ

ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΕΙΡΑΤΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΟΜΕΣ
H ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΛΑΘΡΗΝΟΥ
Πολύ κοντά στο κάστρο του Απαλίρου βρίσκεται η περιοχή του
Λαθρήνου , που κατά τα βυζαντινά χρόνια ήταν κατοικημένη και είχε
πολλούς οικισμούς και χωριά. Αυτό επιβεβαιώνουν οι πολλές βυζαντινές
εκκλησίες της περιοχής ,η βρύση του Λαθρήνου αλλά και τα ερείπια των
γκρεμισμένων σπιτιών που διακρίνονται μέχρι σήμερα Ακόμη και
σήμερα στα κοντινά χωριά και κυρίως στο Δαμαριώνα διηγούνται
ιστορίες για κουρσάρους που επιτέθηκαν εκεί προκαλώντας μεγάλες
καταστροφές. Το ίδιο μαρτυρούν και πολλά τοπώνυμια της περιοχής.
Σύμφωνα με την παράδοση, στο Λαθρήνο ζούσε κάποτε μια
βασιλοπούλα πάρα πολύ όμορφη και πλούσια. Την αγάπησαν τρία
βασιλόπουλα αλλά εκείνη δεν ήξερε ποιο να διαλέξει, γιατί και οι τρεις
ήταν όμορφοι και έξυπνοι. Κάποτε επιτέθηκαν πειρατές στην περιοχή
και πήραν την βασιλοπούλα. Όμως τα τρία βασιλόπουλα το έμαθαν και
έτρεξαν αμέσως να την σώσουν. Τότε έγινε μάχη στην περιοχή που μέχρι
σήμερα ονομάζεται « Κάμπος του Φονιά ».
Μια άλλη παράδοση λέει ότι κάποια βασιλοπούλα ζούσε στο κάστρο του
Απαλίρου και είχε ερωτευτεί ένα βασιλόπουλο από το Απάνω Κάστρο.
Κάποτε φύγανε οι άντρες για ένα πανηγύρι στο Απάνω Κάστρο και
άφησαν την κοπέλα μόνη της. Τότε ήρθανε πειρατές από την Αγιασό και
πιάσανε τη βασιλοπούλα. Κάποιοι έτρεξαν και ειδοποίησαν το
βασιλόπουλο. Έγινε μεγάλη μάχη και η περιοχή ονομάστηκε
«Λαθρήνος», γιατί οι νεκροί ήταν πολλοί και έγινε θρήνος. Οι πειρατές
προσπάθησαν να φύγουν αλλά τους κυνήγησαν στον Κάμπο του Φονιά.
Λέγεται μάλιστα ότι έσφαξαν την βασιλοπούλα στο μέρος πού
ονομάζεται «Παρασφαγιό».
ΑΡΓΙΑ – ΦΙΛΩΤΙ
Λίγα χιλιόμετρα από το σημερινό Φιλώτι υπήρχε ένα μεγάλο βυζαντινό
χωριό, τα «Αργιά». Κάποτε αποβιβάστηκαν Σαρακηνοί στις Ποταμίδες
και επιτέθηκαν στα Αργιά. Οι κάτοικοι
ειδοποιήθηκαν εγκαίρως και κρύφτηκαν στο
συνηθισμένο τους καταφύγιο στη σπηλιά του Ζα.
Η παράδοση λέει ότι ο τελευταίος Αργιώτης
βιγλάτορας έπεσε στα χέρια των εχθρών και
βασανίστηκε, για να αποκαλύψει την κρυψώνα
τους. Τελικά τον θανάτωσαν και λέγεται ότι το δεντράκι που ποτίστηκε
από το αίμα του αθώου βοσκού δεν μεγάλωσε πια άλλο και ονομάστηκε
«το φιδαράκι του μυρισμένου», γιατί όταν μετά από λίγες μέρες βρέθηκε
το πτώμα μοσκομύριζε σαν τον βασιλικό. Είναι συνηθισμένες τέτοιες
παραδόσεις στη Νάξο και τα άλλα νησιά, καθώς ο λαός θέλει να
αγιάζουν όσοι μαρτύρησαν στα χέρια των εχθρών, για να σώσουν τους
συγχωριανούς τους.
Μια άλλη παράδοση αναφέρει αντιθέτως το φρικτό θάνατο μιας
γριάς, που πρόδωσε τους συγχωριανούς της. Στην ίδια αυτή επιδρομή οι
Σαρακηνοί βρήκαν μια γριά, που δεν μπορούσε ν’ ανέβει στη σπηλιά. Δεν
δυσκολεύτηκαν να την κάνουν να μιλήσει. Την σήκωσαν στα χέρια, για
να τους οδηγήσει στη σπηλιά. Στο δρόμο προσπαθώντας να
προειδοποιήσει τους χωριανούς έλεγε το παρακάτω τραγούδι
Φεύγετε Αργιώτες φεύγετε
φεύγετε Φιλωτίτες
κι εμένα Τούρκοι με κρατούν
Σαρακηνοί με γκράζουν
χίλιοι με παν από μπροστά
και δυο χιλιάδες πίσω
χίλιοι από τη μια μεριά
και χίλιοι από την άλλη
Οι πειρατές φτάνοντας στη σπηλιά κατάλαβαν ότι ήταν δύσκολο να
μπουν, γιατί υπήρχε μεγάλη σιδερένια πόρτα. Τότε έβαλαν φωτιά στην
είσοδο και όλοι οι κάτοικοι πνίγηκαν από τον καπνό. Στην ίδια φωτιά
έκαψαν και την γριά, που τιμωρήθηκε για την προδοσία της.
H ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΤΗ ΤΖΑΦΕΡ
Στο Φιλώτι διασώζεται ακόμα η ιστορία του «Καπετάν Τζαφέρ» που
έγινε θρύλος και τραγούδι στη Νάξο αλλά και σε άλλα νησιά: Μια φορά
άραξε στο λιμανάκι του Καλαντού ένα καράβι πειρατικό.
Βλέποντας τους πειρατές, οι καλαδιάνοι έτρεξαν να
κρυφτούν στις βουνοκορφές πίσω από τα δέντρα. Οι
πειρατές πήγαιναν από μυτάτο σε μυτάτο και έπαιρναν ότι
έβρισκαν. Φτάνοντας τότε πειρατές στο μυτάτο του Βλασεροπροκόπη
τον βρήκαν μαζί με το μεγάλο του κοπέλι 12-13 χρονών τότε. Οι πειρατές
πήραν καμιά δεκαριά ζώα δυο-τρία τσουβάλια τυριά και το κοπέλι του
Βλασεροπροκόπη. Η ιστορία μετά από λίγο καιρό ξεχάστηκε, μόνο η
οικογένεια του Βλασερού θρηνούσε ακόμα για τον χαμό του κοπελιού.
Μετά από καμιά δεκαριά χρόνια τις ίδιες περίπου μέρες, άραξε στο
λιμανάκι του Καλαντού ένα καράβι με πειρατές, οι οποίοι κατεβαίνοντας

από το καράβι τράβηξαν κατευθείαν για το μαζωμό του

Βλασεροπροκόπη. Εκείνος βλέποντάς τους, έδιωξε τα κοπέλια του από το
μυτάτο και τα έστειλε να κρυφτούν. Φτάνοντας στο μυτάτο οι πειρατές
είπαν στον Προκοπή ότι δεν είχαν έρθει για να του κάνουν κακό αλλά για
να του φέρουν νέα και διάφορα δώρα από τι μεγάλο του κοπέλι. Εκείνος
δεν τους πίστεψε και τότε ο αρχηγός τους ο καπετάν Τζαφέρ άρχισε να
του δίνει στοιχεία για την οικογένεια του. Τότε αυτός τους πίστεψε και
έτσι φώναξε τα κοπέλια του να γυρίσουν πίσω στο μυτάτο. Έστησε ένα
μεγάλο γλέντι όλοι μαζί και πέρασαν καλά. Κάποια στιγμή ο καπετάν
Τζαφέρ είπε γεμάτος συγκίνηση ότι είναι ο γιος του. Εκείνος τον πήρε
αγκαλιά και του είπε να μείνει για πάντα στον Καλαντό. Ο γιος του
συμφώνησε και έδιωξε τους υπόλοιπους με το καράβι ενώ εκείνος έμεινε
για πάντα στο Καλαντό. Εξήγησε στο πατέρα του ότι στα φανερά ήταν
Τούρκος αλλά στα κρυφά διατήρησε τη χριστιανική του πίστη και όλα
αυτά τα χρόνια κατεδίωκε τους πειρατές προστατεύοντας τα νησιά.
Μάλιστα ο Ν. Κεφαλληνιάδης στο βιβλίο του «κουρσάροι στο Αιγαίο»
αναφέρει ότι υπάρχει έγγραφο του 1776, στο οποίο αναφέρεται η σύλληψη
του κακοποιού του Μυκονιάτη Αδάμη από τον καπετάνιο Ζαφέρμπεη.
Αυτό συμφωνεί με την παράδοση ότι ήταν Αξιώτης , Φιλωτίτης και όχι
Τούρκος και βοηθούσε τους νησιώτες.
ΚΙΟΥΡΑΣ – ΚΥΝΗΔΑΡΟΣ
Τα παλιά τα χρόνια υπήρχε ένα χωριό έξω από τον σημερινό Κυνήδαρο
που το έλεγαν «Κιουράς». Αυτό το χωριό ήταν κοντά σ’ ένα ποτάμι. Τότε
ακολούθησαν οι πειρατές από το παραθαλάσσιο Ακρωτήρι το ποτάμι
και έφτασαν στο λεγόμενο χωριό «Κιουράς». Οι πειρατές, όταν έφτασαν
εκεί δεν είχαν εντοπίσει ακόμα το χωριό, γιατί ήταν κρυμμένο από
καλαμιές. Επειδή ήταν ξημερώματα, άκουσαν ένα πετεινό να λαλεί και
γύρισαν πίσω και είδαν το χωριό. Τότε οι πειρατές έκαψαν το χωριό αυτό
και τους ίδιους τους κατοίκους. Τώρα υπάρχει εκεί κοντά ένα χωριό το
οποίο ονομάζεται «Εγκαταλείμματα». Αυτό το χωριό ονομάζεται έτσι
επειδή τώρα πια δεν κατοικεί κανείς κάτοικος εκεί. Μετά από αυτή τη
καταστροφή το χωριό αυτό χτίστηκε στο σημερινό Κυνήδαρο.
ΔΑΝΑΚΟΣ
Ο Δανακός είναι ένα μικρό ορεινό χωριό του Δήμου Δρυμαλίας στην
Νάξο. Είναι κτισμένο στο βάθος μιας χαράδρας σε 400 μέτρα υψόμετρο
στους ΒΑ πρόποδες του Ζα, ανάμεσα στα χωριά Φιλώτι και Απείρανθος.
Το όνομα Δανακός προέρχεται από το αρχαίο περιεκτικό δονακών –
δονακώνος , δηλαδή τόπος γεμάτος με δανακές , καλαμιώνες. Για την
ετυμολογία της ονομασίας του χωριού υπάρχει και άλλη παράδοση.

Σύμφωνα με αυτή, ο Δανακός είναι από τα πιο παλιά χωριά της Νάξου.

Αυτός που τον κατοίκησε λένε πως λεγόταν « Δαναός» .Το χωριό ήταν
χτισμένο στη περιοχή που μέχρι σήμερα ονομάζεται «Σφαή», κοντά στην
εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στο νεκροταφείο.
Μεταφέρθηκε στην σημερινή του θέση μετά την ερήμωση του από μία
πειρατική επιδρομή των Τούρκων και τη σφαγή όλων των κατοίκων του.
ΔΑΜΑΡΙΩΝΑΣ
Μικρό παραδοσιακό χωριό ο Δαμαριώνας, χτισμένο στον κάμπο της
Τραγαίας, κρυμμένο ανάμεσα στους ελαιώνες. Οι κάτοικοι του έχουν
διατηρήσει την παραδοσιακή αρχιτεκτονική, τα σπίτια είναι κολλημένα το
ένα δίπλα στο άλλο, στενά σοκάκια με καμάρες και στιαστά, οδηγούν στις
μικρές πλατείες του χωριού. Μέσα στο χωριό συναντάμε και σπίτια
νεοκλασικά. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι η αρχική θέση του χωριού ήταν
στην Αγιασσό (που σήμερα είναι το επίνειο του), αλλά λόγω των συχνών
επιδρομών των πειρατών μεταφέρθηκε σταδιακά στην τοποθεσία που
είναι σήμερα. Το χωριό ονομάστηκε έτσι από την Δαμαρίς την Αθηναία, η
οποία σύμφωνα με την παράδοση, μαζί με τον Άγιο Διονύσιο πίστεψαν
πρώτοι στο Χριστιανισμό, και εκείνη είναι που δίδαξε αργότερα τη νέα
θρησκεία στους κατοίκους. Στο χωριό αυτό διασώζονται πολλές
παραδόσεις για τις επιθέσεις κουρσάρων στο κάστρο του Απαλίρου, την
περιοχή του Λαθρήνου και την Αγιασό, όπως είδαμε νωρίτερα.

H μακραίωνη πειρατεία ήταν μια μεγάλη μάστιγα για τα περισσότερα

νησιά του Αιγαίου. Για τη Νάξο οι συνέπειες ήταν οδυνηρές. Οικισμοί και
χωριά καταστράφηκαν και λεηλατήθηκαν, παραθαλάσσιες περιοχές
ερήμωσαν, εύφοροι κάμποι και πεδιάδες ερήμωσαν. Όλα αυτά επηρέασαν
την οικονομική ζωή και οι επιπτώσεις είναι ορατές μέχρι και σήμερα. Οι
κάτοικοι έχτισαν τα χωριά τους στα βουνά και τις χαράδρες και
ασχολήθηκαν με την κτηνοτροφία, ενώ το εμπόριο και η γεωργική
οικονομία για πολλά χρόνια είχαν τελείως υποβαθμιστεί. Η πληγή αυτή
σταμάτησε οριστικά τον 190 αιώνα, όταν ο Καποδίστριας ανέθεσε στον
Μιαούλη την καταπολέμηση της πειρατείας.



Δεν υπάρχουν σχόλια: