Τετάρτη 27 Μαρτίου 2013

Το "τραγούδι του Καραϊσκάκη" ήχησε κάτω από την πλατεία Συντάγματος την ώρα που βρισκόταν σε εξέλιξη η στρατιωτική παρέλαση.


Το τραγούδι του Βασίλη Παπακωνσταντίνου «Όταν γυρίσω θα τους γα...σω», βασισμένο στα αυθεντικά λόγια του  τρατηγού Γεώργιου Καραϊσκάκη, για την ταινία του Νίκου Καλογερόπουλου «Οι ιππείς της Πύλου». Το ραδιοτηλεοπτικό (ΕΣΡ) τιμωρεί όποιον το μεταδίδει. Έγινε κι αυτό...
Από την όμορφη Κυπαρισσία, όπου διαμένει μόνιμα τα τελευταία χρόνια σε έναν χώρο που έχει ανακαινίσει στο Τουριστικό, προκειμένου να τον λειτουργήσει σαν πολυχώρο πολιτισμού, ο  Νίκος Καλογερόπουλος στέλνει τα δικά του χαιρετίσματα στην εξουσία: «Εγώ τα έχω τραγουδήσει και τα έχω πει ξανά και ξανά και με το τραγούδι για τον Καραϊσκάκη, που το έχω γράψει από την ψυχή μου και δεν έχω ζητήσει καν δικαιώματα». Το γνωστό «Καραϊσκάκης», το «Άμα γυρίσω θα τους γα...σω», που έχει επιτύχει κάποια εκατομμύρια χτυπήματα, είχε τραγουδηθεί από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και φέρνει στο μυαλό τον αθυρόστομο ήρωα της Επανάστασης που δεν μάσαγε μπροστά στους κατακτητές. 

«Ποιοι σύγχρονοι κατακτητές, καλέ; Δεν τους βλέπεις όλους αυτούς τους νενέκους, τους τροϊκανούς και τους Ευρωπαίους; Ένα μάτσο τεχνοκράτες χωρίς όραμα, ούτε ουσία. Μπροστά τους, ο Ζισκάρ ντ’ Εστέν και οι όμοιοί του φαντάζουν εξτρεμιστές».protothema.gr

Έτσι μου είπαν να σας τα πω 

ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ Ο  ΑΘΥΡΟΣΤΟΜΟΣ

Όταν ο Νίκος Καλογερόπουλος έγραφε για τους Ιππείς της Πύλου  τους παρακάτω στίχους, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι τραγουδισμένοι από τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου θα μπορούσαν να γίνουν ο Εθνικός  Υμνος των Ελληνων Αγανακτισμένων Πολιτών.
Το τσουνάμι της οργής  που έρχεται βουβό και βίαιο  να διώξει από τη χώρα τα καθάρματα  που την λεήλατησαν…

Άκου ρε γιε της  καλογριάς,
ο φίλος σου είμαι  ο πανουργιάς
και το δεξί σου χέρι
κι εκείνος που καλύτερα
απ’ ολουνούς σε ξέρει.

Λένε πως παίζεις με χανουμάκια,
με τουρκοπούλες και  καλογριές
και σ’ αραδιάζουνε βρισιές.
Πως μπαινοβγαίνεις στους  μαχαλάδες,
με ντερβησάδες στήνεις  χορό
και με ρωτάν και τι να πω;
Λένε πως έχεις αλισβερίσι,
μ’ Αλή Πασάδες  κάνεις χωριό
και σε ρωτάω τι να τους πω.

Πες τους ρε φίλε πανουργιά,
(ορέ) έχω εις στον  πούτσον μου βιολιά,
έχω και τουμπερλέκια
κι όπως γουστάρω τα βαρώ
και σπάω τα ζεμπερέκια.
Όταν γυρίσω θα τους γαμήσω
και αν αργήσω δώσ’ τους κι αυτό,
είναι τ’ αρχίδια μου  τα δυο.
Όπως στα λέω να τους τα γράψεις,
όπως στα λέω να τους τα πεις,
Καραϊσκάκης σεβνταλής,
Καραϊσκάκης μπεσαλής.

Καραϊσκάκης γεια χαρά,
γεια σου ρε γέρο του  Μοριά
και γεια που σ’ αγαπάνε.
Γεια τους που δε λυγίζουνε
και που δεν προσκυνάνε.

Λένε για μένα τα καρακόλια,
άκου τι λένε να μη γαμεί,
μίλα κι εσύ ρε Θοδωρή.
Όπως τα λέμε να τους τα γράψεις,
όπως τα λέμε να τους τα πεις,
Καραϊσκάκης, Θοδωρής.
Όπως τα λέμε να τους τα γράψεις,
όπως τα λέμε να τους τα πεις,
Κολοκοτρώνης και Γιωργής,
Καραϊσκάκης, Θοδωρής.

Γεια σου ρε Ανδρούτσο, γεια χαρά,
γεια σας παιδιά μου αητόπουλα,
που ‘χετε αητό πατέρα
κι όποιος δε με κατάλαβε,
τότε ας μας κάνει  αέρα.
Όπως τα λέμε να τους τα γράψεις,
όπως τα λέμε να τους τα πεις,
Ανδρούτσος,Γιώργης, Θοδωρής.
Έτσι μου είπαν να σας τα γράψω,
έτσι μου είπαν λόγω τιμής,
Ανδρούτσος, Γιώργης, Θοδωρής.

Έτσι μου είπαν να σας τα γράψω,
έτσι μου είπαν λόγω τιμής,
μαζί τους είμαστε  κι εμείς
μαζί σας είμαστε  κι εμείς
**
Από τούς αρχηγούς του '21 που χαρακτηριζόταν περισσότερο απ' όλους για την ανεξέλεγκτη γλώσσα του ήταν ο Γεώργιος Καραϊσκάκης. Τους είχε αλλάξει τα φώτα στο βρισίδι με λίγα λόγια!
Γενναιότατε αδελφέ καπετάν Νικόλα, είδα όσα με γράφεις. Έχει και τουμπλέκια [τουρκικά όργανα του ιππικού] ο πούτσος μου, έχει και τρουμπέτες [ελληνικά όργανα]. Όποια θέλω από τα δυο θα μεταχειρισθώ...

Γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε «από ημάς» συνθήκην με «έναν» κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα!

Ιδού οι Έλληνες! Αυτοί σας χέζουν και τώρα και πάντα.

Οι δυνάμεις σου, στρατηγέ μου, πέσανε πολύ, του λέει ο γιατρός.
- Ο  πούτσος μου έπεσε, ωρέ, όχι  οι δυνάμεις μου!, του λέει!

Τελευταίο και καλύτερο! (για τους Τούρκους):
Άμα ζήσω, θα τους γαμήσω. Άμα πεθάνω, θα μου κλάσουν τον πούτσο!

**
Στο πολύ καλό περιοδικό "Ιστορία  του Έθνους" που κυκλοφορεί μαζί με την εφημερίδα "Έθνος" των  Αθηνών βρίσκεται ένα εξαιρετικό αφιέρωμα για τον Γεώργιο Καραϊσκάκη. Ο θρυλικός οπλαρχηγός μπήκε στον αγώνα πλιατσικολόγος και έφυγε  στρατηγός.
Ο Καραϊσκάκης θεωρείται ο "βρωμόστομος της επανάστασης". Γράμματα δεν ήξερε όπως και πολλοί άλλοι οπλαρχηγοί. Ο ιστορικός Ιάσονας Χανδρινός σημειώνει: "Η αθυροστομία του Καραϊσκάκη ήταν ασύγκριτη και παροιμιώδης. Σε μια έκρηξη θυμού του απευθύνεται στους Οθωμανούς:
"Έλα σκατότουρκε, έλα Εβραίε, έλα να ακούσεις τα κέρατά σας, γαμώ την πίστιν και τον Μωχαμέτη σας. Τι θαρρεύσατε κερατάδες... Δεν εντρέπεσθε να ζητείται "από ημάς" συνθήκην με "έναν" κοντζιά σκατό-Σουλτάν Μαχμούτην- να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και το Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα".
Η φρασεολογία του Γεωργίου Καραϊσκάκη δεν τον εκθέτει. Αντίθετα του  προσδίδει μια πηγαία απλότητα και  ειλικρίνεια. Σαν τη δική μας όταν βρισκόμαστε εκτός εαυτού. Αυτός  τότε ειδικά είχε κι έναν λόγο παραπάνω!..

**

........Την 1ην Ιουλίου  1823 ο Μαχμούτ πασάς στέλνει  στον Καραϊσκάκη τη παρακάτω  επιστολή:

"Με λέγουν Μαχμούτ πασιά Σκόδρα. Είμαι πιστός, είμαι τίμιος. Το στράτευμά μου το περισσότερον σύγκειται από Χριστιανούς. Εδιορίσθην από τον Σουλτάνον να ησυχάσω τους λαούς. Δεν θέλω να χύσω αίμα. Μη γένοιτο. Όποιος θέλει να είναι με εμένα, πρέπει να είναι πλησίον μου. Όποιος δεν θέλει ας καρτερεί τον πόλεμό μου. Δέκα πέντε ημέραις σας δίδω καιρόν να σκεφτείτε".

Και φυσικά ο Καραϊσκάκης  του απάντησε με το ξεχωριστό του τρόπο:

"Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω
κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου τον  ίδιον
κι αυτός  μου αποκρίθηκε να μην σε προσκυνήσω
κι αν έρθεις κατ’ επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω".

**
    O Καραϊσκάκης δεν ήταν ο μόνος και μάλιστα δεν ήταν και ο περισσότερο αθυρόστομος του Αγώνα. Ήταν συχνό το φαινόμενο, Τούρκοι απέναντι στους Έλληνες, πριν την όποια εμπλοκή τους, να ανταλλάσουν βρισιές ερεθιστικές - αλλά ενίοτε και χιουμοριστικές, πριν έρθουν στα χέρια και αλληλοσκοτωθούν!
    Ο ίδιος,  πριν γίνει Αρματολός των Αγράφων,  υπηρετούσε στο στράτευμα του  Αλή-Πασά. Μάλιστα, διορίστηκε Αρματολός  στα Άγραφα από αυτόν τούτον τον Αλή-Πασά!
    Εκείνο που δεν είναι πολύ γνωστό είναι ότι, προεπαναστατικά, συμμετείχε στην 2η και 3η εκστρατεία του Αλή πασά εναντίον των Σουλιωτών, ως επικεφαλής τμήματος Τουρκαλβανών!
    Έπασχε από  φυματίωση, ενεργό. Παρ' όλα αυτά, διακρίθηκε για τις "κομμάντο" επεμβάσεις του, τις ξαφνικές  εμφανίσεις του ("hit and run") που  τις έκανε διασχίζοντας ακόμη και καταχείμωνο κορυφές της Κεντρικής και Νότιας Πίνδου. Μάλιστα σε πολλές από αυτές, ήταν τόσο χάλια από πλευράς υγείας που, τον κουβαλούσαν τα παλικάρια του πάνω σε ξυλοκρέβατο ή και στους ώμους τους!
    Είχε πάντα μαζί του  έναν "γκόμενο", τον Ζαφείρη, με τον οποίο και συμπολεμούσε και κοιμόταν μαζί του στη σκηνή του, ακόμη και κατά τις εκστρατείες. Γι αυτό, είχε συκοφαντηθεί από πολλούς άλλους οπλαρχηγούς (για ομοφυλοφιλία) μέχρι που, τους αποστόμωσε όλους γδύνοντας τον Ζαφείρη μπροστά τους: Ο Ζαφείρης ήταν μια τουρκοπούλα που είχε γλυτώσει από την σφαγή της Τρίπολης και, ερωτευμένη μαζί του τον ακολουθούσε παντού...
    Τελικά, δολοφονήθηκε από  "ημέτερους" στο Φάληρο σε  μια αψιμαχία πριν από την  μάχη του Ανάλατου (Ν. Κόσμος-Δάφνη-Κουκάκι) η οποία ήταν προσχεδιασμένο από τον Κόχραν και τον Τζώρτζ να χαθεί, για ν' αποκτήσει η Αγγλία πλεονεκτήματα επιβολής πάνω στους ηττημένους από τον Κιουταχή Έλληνες! Ο Καραϊσκάκης, ήθελε ανταρτοπόλεμο (το hit and run που είπαμε) στην πεδιάδα του Ελαιώνα (Ρουφ-Ταύρος-Ρέντης-Αιγάλεω) πάνω στον αποκλεισμένο απ' τον Καραϊσκάκη Κιουταχή (του είχε "κόψει" όλες τις διόδους εφοδιασμού απ' τον βορρά) μέχρι αυτός, ο Κιουταχής, να εξαντληθεί. Απεναντίας οι Τζόρτζ/Κόχραν, ήθελαν (και επέβαλαν μετά την δολοφονία του) τακτική μάχη (από τους μαθημένους στον κλεφτοπόλεμο Έλληνες!) εναντίον εχθρού ο οποίος διέθετε ισχυρό ιππικό!
    Τις πληροφορίες  για τον Καραϊσκάκη αντλούμε από τον Κασομούλη, ιστορικό και αυτόπτη μάρτυρα των πεπραγμένων του Καραϊσκάκη. Γράφει λοιπόν ο Κασομούλης ότι, όταν ο Στουρνάρας καλούσε τον Κ. να παραδοθεί στο Κριτήριο (δικαστήριο) στο Μεσολόγγι, για να κριθεί για τις...προδοσίες του (εδώ ήντουνα δολοπλοκία του Μαυροκορδάτου...) ο Καραϊσκάκης του απάντησε χαρακτηριστικά - ως αν να του έλεγε "έλα να με πιάσεις και θα σε σιάξω και σένα": "Εχειν ο πουτζος μου άρματα, έχει και τουμπελέκια. Ελα να τονε πιάσεις"

*
Το 1823 ο Καραϊσκάκης  λέει απευθυνόμενος στον απεσταλμένο  του αρχηγού του τουρκικού  στρατεύματος των Τρικάλων Σιλιχτάρ Μπόδα:

«Έλα, σκατότουρκε... έλα Εβραίε, απεσταλμένε από τους γύφτους έλα ν' ακούσεις τα κερατά σας, -γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας.
Τι  θαρεύσετε κερατάδες...
Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε "από ημάς" συνθήκην με "έναν" κοντζιά σκατο-Σουλτάν  Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν  και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα

Εκείνος, όμως, από τούς αρχηγούς του '21 που χαρακτηριζόταν περισσότερο απ' όλους για την  ανεξέλεγκτη γλώσσα του ήταν ο  Γεώργιος Καραϊσκάκης. Ορεσίβιος και  αδρός, άνθρωπος που έζησε μέχρι  τέλους της ζωής του τη φτηνή ειρωνεία όσων ήθελαν να θυμούνται πως ήταν «ο μούλος» «γιος της καλογριάς», βρήκε διέξοδο, για να ξεπεράσει την οργή του και να επιβληθεί σ' ένα δύσκολο γι' αυτόν κοινωνικό περιβάλλον, στον παραληρηματικό βωμολοχικό λόγο. Η βωμολοχία του ήταν τόσο συνεχής και έντονη, που οι συναγωνιστές του χρειάστηκε να αποδεχθούν το ελάττωμα του αυτό ως «χούι», προκειμένου να μπορέσουν να συνυπάρχουν και να συμπολεμούν μαζί του.
Η αυτοσυγκράτηση αυτή δεν  επιτυγχανόταν, πάντως, απ' όλους τούς συμπολεμιστές του και σ' όλες τις περιστάσεις. Να πώς απαντά ο Καραϊσκάκης στην πρόταση συμφιλίωσης που του στέλνει στα 1824 με επιστολή ο οπλαρχηγός της Ρούμελης Ν. Στορνάρης: «Γενναιότατε αδελφέ καπετάν Νικόλα, ...είδα όσα με γράφεις. Έχει και τουμπλέκια [τουρκικά όργανα του ιππικού] ο πούτζος μου, έχει και τρουμπέτες [ελληνικά όργανα]. Όποια θέλω από τα δυο θα μεταχειρισθώ...». Η ανταπάντηση ήρθε στο ίδιο κλίμα: «Επειδή έχεις και τουμπλέκια και τρουμπέτες βάστα, λοιπόν, διότι ο πούτζος μας και με τουμπλέκια και με τρουμπέτες θέλει σε κυνηγήσει...».

Πραγματικό, όμως, ρεσιτάλ  ύβρεων απίστευτης σύλληψης και γλαφυρότητας περίμενε τους Οθωμανούς συνομιλητές  του, όταν αυτοί έρχονταν σε επαφές μαζί του - σε περιόδους που ο Καραϊσκάκης  δεν βρισκόταν στις συνηθισμένες μέχρι το 1825 γι' αυτόν συνδιαλλαγές μαζί τους για να κρατήσει το αρματολίκι των Αγράφων.
Έτσι, στα 1823 ο Καραϊσκάκης  λέει, απευθυνόμενος στον απεσταλμένο  του αρχηγού του τουρκικού  στρατεύματος των Τρικάλων Σιλιχτάρ Μπόδα: «Έλα, σκατότουρκε... έλα Εβραίε, απεσταλμένε από τους γύφτους, έλα ν' ακούσεις τα κερατά σας, γαμώ την πίστιν σας και τον Μωχαμέτη σας. Τι θαρεύσατε κερατάδες... Δεν εντρέπεσθε να ζητείτε από ημάς συνθήκην με έναν κοντζιά σκατο-Σουλτάν Μαχμούτην -να τον χέσω και αυτόν και τον Βεζίρην σας και τον Εβραίον Σιλιχτάρ Μπόδα την πουτάνα!»

Κάποτε στα χρόνια του εμφυλίου τον πέρασαν από δίκη:

...και όταν εκείνος  αρματωμένος παρουσιάστηκε μπροστά  τους για να δικαστεί τους  είπε: «Γιατί μωρέ με φέρατε  εδώ; Ποιο παράνομο έκανα;»  Εκείνοι κίτρινοι από ντροπή σαν είδαν την περηφάνια του, δειλά του είπαν: «Για τη γλώσσα σου θα σε δικάσουμε Καραϊσκάκη». Τότε εκείνος απήντησε: «Φτου σας μωρέ, γιατί αν με δικάσετε για τη γλώσσα μου, εφτά ζωές να είχα, δεν θα τη γλύτωνα. Το έχω χούϊ μωρέ. Δεν είμαι όμως κακός Έλληνας εγώ». Τότε ένας δικαστής του είπε: «Καραϊσκάκη σου είπαμε να το κόψεις αυτό το χούϊ». Και ο Καραϊσκάκης απάντησε: «Κυρ - Πάνο είσαι περίπου 70 χρονών. Σου έχω πεί πολλές φορές να κόψεις το χούϊ που έχεις να γκαστρώνεις τις τσούπρες. Εσύ όμως δεν τόκοψες». Και συνέχισε: «Εσείς μωρέ δεν βλέπετε τις προστυχιές που κάνετε με τους αγάδες και τους μπέηδες;» Έκανε μεταβολή και έφυγε.

Η δίκη γελοιοποιήθηκε αλλά απόφαση έβγαλε. Να πως αναφέρεται στα Ελληνικά Χρονικά (είχαν βάλει  την χερούκλα τους ο Μαυροκορδάτος και ο Γιαννης ο Ράγκος):
«ο Καραϊσκάκης είχε κρυφήν ανταπόκρισιν με τους εχθρούς της πίστεως και της πατρίδος από τον Ομέρ πασάν εζήτησε μπουγιουρντί δια να γίνει καπετάνιος των Αγράφων. υπόσχετο εις τον εχθρόν να πιάσει την Τατάραιναν (το μοναστήρι της Τατάρνας) με χιλίους στρατιώτας και ευμβούλευε να έβγη ο αποστάτης Βαρνακιώτης μαζί με χιλίους εις το Ξηρόμερον; «υπέσχετο εις τον εχθρόν να τραβήξη προς εαυτόν στρατηγούς και χιλιάρχους Έλληνας εναντίον της πατρίδος
για να απαντήσει με επιστολή ο Καραϊσκάκης κάνοντας τους και πλάκα απο πάνω: «έμένα η κακή τύχη μου και αρρώστησα οπίσω. Δεν ηξεύρω κιόλα από τα κρύα τα πολλά ήταν ή από τους αφορισμούς όπου μου εκάμετε, και σας παρακαλώ να με συγχωρέσει η Διοίκησις και όλοι οι χριστιανοί και να μου σταλεί και μια ευχή συγχωρητική παρά του αρχιερέως..».

- Ήταν στα 1823. Ύστερα  απ τη μάχη στο Κεφαλόβρυσο  φέρνουν νεκρό τον ήρωα Μάρκο  Μπότσαρη στο Μοναστήρι. Ο Καραϊσκάκης,  που ήταν άρρωστος στο Μοναστήρι,  σηκώθηκε απ το κρεβάτι του  και ασπάστηκε το νεκρό με  τούτα τα λόγια.:
«Άμποτε, Μάρκο ήρωά μου, να πάω κι εγώ από τέτοιο θάνατο».
Και ύστερα συμπλήρωσε μπρος στο  νεκρό ήρωα:
«Ο Μάρκος ήτανε τρανός. Είχε μυαλό όσο κανείς άλλος. Καρδιά λιονταριού και γνώμη δίκηα σαν του Χριστού. Ούτε το δάχτυλό του δέ φτάνουμε εμείς»

- Στο μοναστήρι του Προυσού  πεσμένος στο κρεβάτι απ' τη  φυματίωση κατά το 1823 ο Καραϊσκάκης  παροτρύνθηκε από κάποιο καλόγερο  να τάξει στην Προυσιώτισσα  ένα δώρο για να γίνει καλά.
"Τι να δώσω ορέ!... Δεν έχω τίποτε άλλο απ' το μουλάρι μου και το τάζω," είπε χαμογελώντας πικραμένα. Αφού βελτιώθηκε κάπως η υγεία του και του έπεσε ο πυρετός έδεσε το μουλάρι απ' την πόρτα της εκκλησίας χάρισμα στην Παναγία κι όπως' πάντα είπε τ' αστείο του:
«Που νά' ξερα εγώ Παναγιά μ' πως ήθελες του μπλάρι μ' για να με γιάν'ς τόσο καιρό».

- Είπε: "Όποιος γίνεται αφέντης χωρίς να γίνει δούλος, είναι μπάσταρδος αφέντης κι αλίμονο στο δούλο".

Αυτός ο άνθρωπος ήταν μοναδικός  και ο Μακρυγιάννης τον περιγράφει τέλεια, νομίζω:
"'Οταν ζούσε ο Καραϊσκάκης όλοι αυτείνοι ούτε δια ψυχογυιόν δεν τον κάναν καμπούλι. Σκοτώνοντας ο Καραϊσκάκης, σκούργιασαν τα ντουφέκια τους, στόμωσαν τα σπαθιά τους. Τότε είδαμεν πόσα δράμια ζυάζει ο καθείς."

Την 1ην Ιουλίου 1823 ο Μαχμούτ πασάς  έστειλε στον Καραϊσκάκη επιστολή:
«Με λέγουν Μαχμούτ πασιά Σκόδρα,. Είμαι πιστός, είμαι τίμιος. Το στράτευμά μου το περισσότερον σύγκειται από χριστιανούς. Εδιορίσθην από τον Σουλτάνον να ησυχάσω τους λαούς. Δεν θέλω να χύσω αίμα. Μη γένοιτο. Όποιος θέλει να είναι με εμένα, πρέπει να είναι πλησίον μου. Όποιος δεν θέλει ας καρτερεί τον πόλεμό μου. Δέκα πέντε ημέραις σας δίδω καιρόν να σκεφτείτε».

Ο Καραϊσκάκης απάντησε με άλλη επιστολή:

«Μου γράφεις ένα μπουγιουρντί, λέγεις να προσκυνήσω
κι εγώ, πασά μου, ρώτησα τον πούτζον μου τον  ίδιον
κι αυτός μου  αποκρίθηκε να μην σε προσκυνήσω
κι αν έρθεις κατ’ επάνω μου, ευθύς να πολεμήσω».




Δεν υπάρχουν σχόλια: