Πέμπτη 17 Ιουλίου 2014

Τ΄ αποστραγγίδι σε όλα ‘υτά θα άναι ο πόλεμος


Σαν κατραπακιές  στη σαραβάνα μας πέφτουνε  τα  μέτρα που παίρνουνε  έναν γκερεμέ κι ευτά που θα πάρουνε ταχυτέρου. Κι εγώ ο καλαπάκουος όπως και όλοι οι άλλοι, που τρώμενε τσι καρπαζές  τη μια μετά την άλλη  με την τηλεόραση, εκαταφέρανε να κάμουνε τον εμυα(λ)ό μας κουρκούτι κι ετσά ζαβλακωμένοι και μπλεαρισμένοι που ’ινήκαμενε και με
το «πες-πες το κοπέλι κάνει τη γριά να θέλει», μας εκάμανε να θαρρούμενε πως εμείς είμαστενε οι φταίχτες, εμείς και κα(λ)ά εκλέβγαμενε απού το πυθάρι. Ετσά σα ντα ζωντόβο(λ)α μασε κεντούνε εκεί που θένε κι εμείς σα μπρουζήδες των ακλουθούμενε  κι απαντέχομενε  τη νημέρα που τάχα μου θα ξεφέξει και  θα άναι καλύτερη απού τσ΄άλλες.
          Με το σκάσε και σκάβγε εκαταχεριάσανε όλα τα κασάντια μας, εχάσαμενε και τσι κουτσαμπασάδες  που καμιά βο(λ)α εβρίσκαμενε. Να σπείρομενε τίοτα δεν μπορούμενε, ιατί ξετονά η εφορία και αμέτι μουχαμέτι, χερότερα απού τσι ιταλοί στην κατοχή, υρεύγουνε τα διπλά και τρίδιπλα από φτά που βγάνομενε.Τα κοπέλια δεν μπορούνε να μάθουνε δυό κολυβογράμματα, σε νοσοκομείο ούτε σε ιατρό πια μπορούμενε να πάμενε, ούτε τα χάπια που παίρναμενε μπορούμενε πια να πάρομενε. Και σύγκοντα θα μασε βγάνουνε όξω  απού τσι μιτάτοι και τα συνεπαρτά μας, ιατί μας εκάμανε να θαρρούμενε πως τά' χομενε κλεμμένα.
          Κι αφού επέσανε σαν κουφοερακίνες απάνω στη ΔΕΗ ια να τηνε φάνε, θένε τώρα να πάρουνε τσι προκυμαίες και τσι παραλίες και δεν θα μπορούμενε ούτε ν’ ακλουμπήσομενε στη θάλασσα, ούτε να πάμενε ια πυροφάνι, ούτε ια μπαρκαρόλα ια καένα χταπόδι. Κι αντί όλοι μαζί συγκούρδουλοι κοπε(λ)ουδοκόπελα μέχρι και έροντες να παπαδέψομενε ευτοί που μασε κουμαντάρουνε, αλλά και τσι ξένοι κουντουβερνάρηδές τωνε, αιωνίως μασε φταίνε οι άλλοι, στσι πανωειτόνοι, οι κατωειτόνοι… κι ετσά δεν μπορούμενε να ξεστραβωθούμενε ια να μονιάσομενε  και μασε πέμπουνε συνέχεια νέα μέτρα και δος του χαβαδάκι.

Εκείνο όμως που δε θωρούμενε και θα άναι τ΄αποστράγγισμα σε όσα μασε κάνουνε, είναι ο πόλεμος, που αφού πια δε θα άχουνε τιοτ’ άλλο να ληστέψουνε, θα ληστέβγουνε οι μιάλοι ο ένας τον άλλο, μέχρι να ρουφήξουνε το αίμα και του τελευταίου φτωχού.
Αλλά ετότες θα άναι βράδυ βράδυ           

  Καλό βράδυ                                                                                       Ο Καλαπάκουος

Δεν υπάρχουν σχόλια: