Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2009

ΚΩΜΙΑΚΗ ΝΑΞΟΥ φύση-μνημεία-πρόσωπα του φυλόλογου Νίκου Ι.Λεβογιάννη


ΚΩΜΙΑΚΗ ΝΑΞΟΥ 1
φύση-μνημεία-πρόσωπα
του φιλόλογου Νίκου Ι. Λεβογιάννη

Ομιλία στο Δ΄ Συνέδριο «Η Νάξος διά μέσου των αιώνων», Κωμιακή 4.9.08 «Εις τα βασιλικά όρη της Νάξου υπάγεται και ο Δήμος Κορωνίδος που έχει πρωτεύουσα την Κωμιακή. Το μέρος αυτό έχει μια εντελώς ξεχωριστή φύση που ξεχωρίζουν οι άνθρωποι, τα βουνά, τα φυτά. Η πρωτεύουσα της Κωμιακής είναι ένα πλουσιώτατον αγροκήπιον γιατί πάντα έχει βλάστηση.. ». Αυτά γράφει μεταξύ άλλων ο Μ. Κοντελιέρης στο βιβλίο του «Νάξος» το 1929. Η περιοχή της Κωμιακής απλώνεται σε έκταση 42.310 στρεμμάτων στo Βόρειο, BA και BΔ τμήμα της Νάξου, σε μια έκταση όπου δεσπόζει ο ορεινός όγκος του βουνού «Κόρωνος», του οποίου η ψηλότερη κορυφή είναι 997 μ. και καταλήγει στις βόρειες βραχώδεις, απόκρημνες και θαλασσόδαρτες ακτές του νησιού. Ανατολικά μια χαμηλότερη βουνοσειρά που ξεκινά από την βουνοκορφή «Μαυρομάρι», που ανήκει στο βουνό «Κόρωνος», καταλήγει στη θάλασσα και σχηματίζει τον όρμο του Απόλλωνα. Είναι ο χαμηλού ύψους, αλλά απότομος όγκος του
«Καλοέρου», με σχεδόν κατακόρυφες πλαγιές στα ανατολικά και επίσης απότομες στα δυτικά. Στην κορυφή του σχηματίζεται μικρή κοιλάδα. Τα απότομα αυτά κορφοβούνια σχηματίζουν ενδιάμεσα βαθιά ρέματα, με πολλές πηγές νερού και άγρια βλάστηση, που συγκλίνουν μέσα απ’ τον «Τρανό Ρυάκα» στην εύφορη κοιλάδα του Ροπιάτη και στη συνέχεια στον όρμο του Απόλλωνα. Στη δυτική πλευρά του ορεινού συγκροτήματος του βουνού «Κόρωνος», με ορίζοντα δηλ. τη θαλάσσια έκταση μεταξύ Πάρου-Μυκόνου, σχηματίζονται μερικά εγκάρσια παράβουνα με ενδιάμεσες δροσερές ρεματοκοιλάδες. Σημαντικότερες είναι οι περιοχές Σκεπόνι, Μυρίσης, Κανάς, Αμπράμ, Κάμπος, Χίλια Βρύση, Φανερωμένη και βορειότερα η μαγευτική Αγιά, ο Φαρακλός, οι Αρέλες, ο Απόλλωνας. Στα χαμηλότερα διαμορφώνονται αλλεπάλληλοι γραφικοί όρμοι, συνεχόμενες σ’ αυτούς μικρές κοιλάδες με αμπελοσκεπείς πλαγιές, αλλά και μικρές πεδινές εκτάσεις (Κάμπος, Φανερωμένη). Το χωριό της Κωμιακής είναι χτισμένο σε υψόμετρο 550-600 μέτρα, έχει ανοικτό ορίζοντα προς το Ικάριο πέλαγος και βρίσκεται σε θέση που δεν ήταν ορατή από τα παράλια για τον φόβο των πειρατών. Οι γύρω απ’ το χωριό πλαγιές είναι εύφορες, με πολλά αμπέλια, περιβόλια, πηγές, νερόμυλους. Τα ρέματα ενώνονται με τον «Τρανό Ρυάκα» που εκβάλει στον όρμο του Απόλλωνα. Ο τόπος κατοικείται αδιάκοπα από τους προϊστορικούς χρόνους, όπως καταδεικνύεται από την ανεύρεση τριών τάφων τους οποίους ανέσκαψε το 1908 ο Κλων Στέφανος στη θέση Φερεντάκη, πίσω απ’ την εκκλησία του Αγίου Κων/νου νότια του οικισμού της Κωμιακής, οι οποίοι χρονολογούνται από τον ίδιο στην εποχή 2770-2300 π.Χ. Πανάρχαιος είναι και ο θολωτός Μυκηναϊκός τάφος της Κωμιακής, ο οποίος βρίσκεται στην κατάφυτη κοιλάδα βόρεια του χωριού, όπου βρίσκονται οι εξοχές της Χωστής, του Αξού, του Ανέυρου, του Ρινιδιού, του Γυαλά, του Ρωμανού, της Κατσάγρας κ.λπ., εξοχές ιδιαίτερου αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, αλλά ανεξερεύνητες ακόμη απ’ την αρχαιολογική σκαπάνη, ενδεχομένως λεηλατημένες από τους αρχαιοκαπήλους.



ΚΩΜΙΑΚΗ ΝΑΞΟΥ 2
φύση-μνημεία-πρόσωπατου φιλόλογου Νίκου Ι. Λεβογιάννη

Ο θολωτός Μυκηναϊκός τάφος βρίσκεται στη βορινή πλευρά του οικισμού και σε απόσταση 200 περίπου μέτρων από τα όρια του οικισμού, κοντά στη βρύση της Χωστής, από την οποία και σήμερα υδρεύεται τμήμα του χωριού. * Ο θολωτός μυκηναϊκός τάφος της Κωμιακής, χτισμένος από μεγάλους ακατέργαστους γρανιτένιους ογκολίθους κυκλικά κατά το «εκφορικό σύστημα» από ένα ύψος και πάνω έχει διάμετρο 3,40 μ. ύψος 2,60 μ. και η οροφή του καλύπτεται από υπερμεγέθη πλάκα. Η αρχιτεκτονική και το μέγεθός του δείχνουν ότι δεν είναι ο τάφος ενός κοινού θνητού. Εξ άλλου οι τάφοι αυτής της κατηγορίας ανήκουν κατά τους αρχαιολόγους σε επιφανή πρόσωπα, σε τοπικούς άρχοντες, σε βασιλείς κ.λπ. Ο τάφος χρονολογείται στην Υστεροελλαδική Ι και την ΥΕ ΙΙ περίοδο, περίπου στο τέλος του 15ου αι. π.Χ. Με βάση αυτή την χρονολόγηση ο τάφος πιθανώς είναι σύγχρονος με την πρώτη ακμή του μετέπειτα μεγάλου αστικού κέντρου στη Γρόττα της Νάξου. Ο τάφος ανασκάφηκε το 1908 από τον αρχαιολόγο Κλων Στέφανο και είναι ο μοναδικός που έχει βρεθεί στη Νάξο (στις Κυκλάδες έχουν συνολικά βρεθεί τρεις (Τήνος, Μύκονος, Κωμιακή Νάξου). Το μνημείο αυτό παρέμεινε ξεχασμένο για πολλές δεκαετίες, τόσο από τους αρχαιολόγους, όσο και από τους ντόπιους, ενώ οι ιδιοκτήτες του αμπελιού, από άγνοια προφανώς, έχτισαν ξανά από μπροστά την είσοδο του τάφου με πεζούλι και φύτεψαν από πάνω αμπέλι. Το 1995 ύστερα από πολύμηνες αναζητήσεις και έρευνες ο τάφος εντοπίστηκε από τον γράφοντα, χάρη και στην παρατηρητικότητα του αγρότη Γιάννη Α. Βιτζηλαίου (Μαρινογιάννη). Η αρχαιολογική υπηρεσία, που ειδοποιήθηκε αμέσως, τον άνοιξε, τον καθάρισε και έγινε επισκέψιμος στο κοινό. Ήδη εκατοντάδες τουρίστες κάθε καλοκαίρι τον επισκέπτονται. Κατά πάσα πιθανότητα ο τάφος αυτός ανήκει σε κάποιον τοπικό άρχοντα, σε κάποια οικογένεια επιφανών προσώπων της περιοχής, όπως εξάλλου συμβαίνει και με όλους τους μυκηναϊκούς τάφους που βρέθηκαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας. Το όνομα αυτού του άρχοντα δεν προκύπτει από τα φτωχικά ευρήματα του τάφου, ο οποίος εξ άλλου βρέθηκε συλημένος. Φαίνεται όμως το όνομά του έμεινε στη μνήμη των κατοίκων της περιοχής και συνδέθηκε, τόσο με τον τάφο του, όσο και με την γύρω τοποθεσία και έγινε τοπωνύμιο, όπως συχνότατα συμβαίνει με πρόσωπα, κτίσματα και γενικά ανθρώπινα έργα. Ο ίδιος ο θολωτός τάφος ονομάζεται από τους ντόπιους Αξός και κατ’ επέκταση και η γύρω από αυτόν τοποθεσία: «Στον Αξό». Πολλοί από τους ηλικιωμένους κατοίκους της «απάνω γειτονιάς» του χωριού, που συνορεύει με την περιοχή, αλλά και η ιδιοκτήτρια του αμπελιού Καλλιόπη Ιω. Μουστάκα, (πέθανε το 1997 σε ηλικία 88 ετών), μου αφηγήθηκαν ότι: «οι παλαιοί ρίχνανε τα ρούχα των απεθαμένων στον Αξό, μια μεγάλη τρύπα στην άκρια ενός αμπελιού εκεί κοντά στη βρύση τση Χωστής». Πρόκειται για την τρύπα που άνοιξαν αρχαιοκάπηλοι κατά την αρχαιότητα στο επάνω μέρος της νότιας πλευράς του τάφου και εισήλθαν στο εσωτερικό του για να τον λεηλατήσουν. Η ύπαρξη του θολωτού μυκηναϊκού τάφου στην τοποθεσία Αξός και η άμεση σύνδεσή του με το τοπωνύμιο αυτό, μας οδηγεί στην εκτίμηση ότι κάποιος επιφανής, κάποιος άρχοντας, ο οποίος πιθανώς ονομαζόταν Νάξος ή Αξός, μπορεί να έζησε και να πέθανε κατά τη μακρινή αρχαιότητα στην περιοχή αυτή και το όνομά του να έμεινε εκεί ως ανάμνηση.



ΚΩΜΙΑΚΗ ΝΑΞΟΥ 3
φύση-μνημεία-πρόσωπατου φιλόλογου Νίκου Ι. Λεβογιάννη

Η ονομασία Αξός «στον Αξό» αναφέρεται και σε παλαιά έγγραφα (προικοσύμφωνα, πωλητήρια κ.λπ.). Σε προικοσύμφωνο με αριθμό 3527 και ημερομηνία 4.11.1896 του συμβολαιογράφου Ιωάννου Εμμ. Βενιεράκη, που κάνουν ο κτηματίας Αναγνώστης Λιαρμάκη Βιτζηλαίος και η σύζυγός του Μαρία το γένος Βασ. Ιω. Κρητικού στον γιο τους Γεώργιο, αναφέρεται: «25: Τον αγρόν καλούμενον Αξώ κείμενον πέριξ του ενταύθα χωρίου, πλησιάζοντα με ομοίους του Αντωνίου Χαντζοπούλου και λοιπών…». Γλωσσολογικά το τοπωνύμιο «Αξός» συνδέεται άμεσα με το όνομα «Νάξος». Παλιοί Ναξιώτες φιλόλογοι ( Ζ. Φραγκίσκος, Δ. Οικονομίδης κ.α.) καταγράφουν την εξέλιξη του ονόματος της Νάξου ως εξής: Νάξος > Αξία > Αξιά > Άξος. Είναι φανερό ότι το Αξός ταυτίζεται με το Άξος με καταβιβασμό του τόνου, γλωσσικό φαινόμενο πολύ συχνό, όπως και το γλωσσικό φαινόμενο της προσθήκης του αρχικού Ν στο όνομα Νάξος, που ερμηνεύεται ως «κατ’ αιτιατικήν συνεκφορά». Το φαινόμενο της «κατ’ αιτιατικήν συνεκφοράς» του ν συναντάται συχνά στο γλωσσικό ιδίωμα της περιοχής: αγωγός>αωός>αός> (υδραύλακας), τον αό> το ναό> ο ναός, ώμος>νώμος-τον ώμο> το νώμο> ο νώμος. Κατά την αρχαία παράδοση ο αρχηγός των πρώτων οικιστών της Νάξου ονομαζόταν Νάξος. Σύμφωνα με άλλο μύθο ο Νάξος ή Αξός ή Όαξος ήταν γιος του Απόλλωνα από τον έρωτά του με την Ακάλλη, κόρη του βασιλιά της Κρήτης Μίνωα. Το τοπωνύμιο «Αξός» συναντάται στην Κρήτη, όπου επίσης συνδέεται και συγχέεται με την αρχαία Κρητική πόλη Νάξο. Συναντάται ακόμη στην Καππαδοκία της Μ. Ασίας (περιοχή Νίγδης) όπου υπήρχε ελληνικό χωριό ονομαζόμενο «Αξός», το οποίο οι ντόπιοι ονόμαζαν και Ναξό. Οι Έλληνες κάτοικοί του, μετά την Μικρασιατική καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών (1924), μεταφέρθηκαν και εγκαταστάθηκαν έξω από τα Γιαννιτσά όπου έκτισαν το χωριό Αξός, που σήμερα έχει εξελιχθεί σε κωμόπολη. Με το ίδιο όνομα, Αξός, υπάρχει και στην Κρήτη (περιοχή Μυλοποτάμου) σημαντική κωμόπολη. Και τα τρία αυτά τοπωνύμια, η Αξός της Κωμιακής, η Αξός της Καππαδοκίας και η Αξός της Κρήτης, συνδέονται γλωσσικά με το όνομα Νάξος και θεωρούνται από τους γλωσσολόγους προελληνικά. * Στην ευρύτερη περιοχή της Κωμιακής διασώζονται πλήθος ερειπωμένων κτισμάτων και έργων, τα ελληνικά (κάστρα προϊστορικά στις θέσεις Κανά και γυναικόπετρα πάνω απ’ τη Χίλια Βρύση), τα χαλκιδιά, ορυχεία χαλκού στη θέση Άϊ Δημήτρης στον Απόλλωνα κοντά στο αρχαίο λατομείο και πιθανώς εργαστήρια χαλκού, τα κεραμειά, τα μαρμάρινα λιοτρίβια, που έχουν εντοπιστεί σε διάφορες εξοχές, τα καμίνια, οι φούρνοι, οι νερόμυλοι, οι πολυάριθμες ληνούδες, μερικές απ΄ τις οποίες πανάρχαιες, οι μάντρες, οι μιτάτοι, οι προστιάδες, οι διάσπαρτοι παντού αρχαίοι τάφοι και τα συγκροτημένα αρχαία νεκροταφεία. Υπάρχουν πολλά τοπωνύμια με το όνομα «μνημόρι», με πολυάριθμους συλημένους συνήθως προϊστορικούς κιβωτιόσχημους τάφους, σε πολλές περιοχές της περιφέρειας Κωμιακής, πολλοί απ’ τους οποίους είναι λαξευμένοι σε βράχους. Όλα αυτά μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η περιοχή κατοικείται από τον άνθρωπο αδιάκοπα επί χιλιάδες χρόνια.





ΚΩΜΙΑΚΗ ΝΑΞΟΥ 4
φύση-μνημεία-πρόσωπα του φιλόλογου Νίκου Ι. Λεβογιάννη

Αρκετά από αυτά τα προϊστορικά νεκροταφεία επισκέφτηκε το 1908 ο Κλών Στέφανος και ανέσκαψε τάφους στις θέσεις Απόλλωνα, Γαλάτη, Ρετζαούνη, Φερεντάκη. Στον Απόλλωνα, δεν αναφέρει συγκεκριμένα την θέση, ο Στέφανος ανέσκαψε διπλό κιβωτιόσχημο τάφο. Στον κάτω τάφο (38α) βρέθηκαν ένα μαρμάρινο αγγείο, μια παλέτα και ένας τριπτήρας, όπως ήταν η συνήθεια, μαζί με ένα μαχαίρι και, κατ΄ εξαίρεση, με μία στενή σμίλη. Ο επάνω τάφος (38β) περιείχε τρεις επιπεδόμορφους χάλκινους πελέκεις, οι οποίοι, όπως και η σμίλη, χρησιμοποιούνταν χωρίς αμφιβολία στην κατεργασία ξύλου, ένα εγχειρίδιο της ύστερης πολιτισμικής ομάδος Κέρου-Σύρου και ένα μαρμάρινο κρατηρίσκο (καντήλα) της πολιτισμικής ομάδος Γρόττας-Πηλού, όπως αναφέρει ο Γ. Παπαθανασόπουλος στην εργασία του «Κυκλαδικά Νάξου», Αρχ.Δελτίο 1961/62 σ. 104-151. Άλλος ένας μαρμάρινος κρατηρίσκος από αυτή τη θέση βρίσκεται στο Μουσείο Ashmolean της Οξφόρδης (ΑΕ 420). 539. Ο διπλός τάφος 38 στον Απόλλωνα υποδηλώνει και οικογενειακή παράδοση σε κάποια τέχνη (Παπαθανασόπουλος). Μία πιθανή ερμηνεία είναι ότι οι δυο αυτοί διαδοχικοί τάφοι ανήκαν σε πατέρα και γιό ξυλουργούς. * Στη βουνοκορφή του Καλοέρου, πάνω απ’ τον όρμο του Απόλλωνα, σώζονται σε μεγάλη έκταση τα ερείπια του προϊστορικού κάστρου του Καλοέρου. Πρόκειται για ένα κάστρο τεράστιο σε έκταση, με κυκλώπεια τείχη, το οποίο λειτούργησε ως παρατηρητήριο και φρούριο από τους προϊστορικούς μέχρι τους βυζαντινούς χρόνους και την τουρκοκρατία. Σώζονται ακόμη εκεί τα ερείπια προϊστορικών πύργων, τμήμα του κυκλώπειου τείχους, μεγάλο τμήμα των βυζαντινών τειχών, μεγάλος αριθμός δεξαμενών νερού της βυζαντινής εποχής που είναι κατασκευασμένες από κουρασάνι και το βουνό είναι γεμάτο από αρχαία όστρακα. * Στη θέση «Καστράκι» του Απόλλωνα, στου Απολλώνου το βουνί αλλιώς, αλλά και σε όλη την έκταση που είναι κτισμένος ο οικισμός του Απόλλωνα και μέχρι τον όρμο «Αφόρμους» δυτικά του οικισμού, εκτείνεται το αρχαίο λατομείο του Απόλλωνα, με τον υπερμεγέθη ημίεργο κούρο (11 μέτρα) από τους αρχαιότερους που υπάρχουν στον ελληνικό χώρο, ο οποίος παριστάνει τον πωγωνοφόρο θεό Διόνυσο. Στην κορυφή του λόφου «Καστράκι» και στη θέση «γράμματα», στη νότια πλευρά του απότομου βράχου, βρίσκεται η επιγραφή «όρος χωρίου ιερόν Απόλλωνος». Σ’ αυτή τη θέση υπήρχε πιθανότατα ναός αφιερωμένος στον Θεό Απόλλωνα. Το όνομα του οικισμού προέρχεται από την αρχαία αυτή επιγραφή, που χρονολογείται στα τέλη του 5ου και τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ.. Στον χώρο γύρω από τον κούρο υπάρχουν ως σήμερα έντονα τα σημάδια και τα απομεινάρια των εκτεταμένων δραστηριοτήτων του αρχαίου λατομείου στα 300 περίπου χρόνια που λειτούργησε (6ος, 5ος και 4ος αι. π.Χ.). Είναι εκατοντάδες οι μαρμάρινοι ημικατεργασμένοι όγκοι που αποκόπηκαν από εκεί και μεταφέρθηκαν στη Δήλο, την πόλη της Νάξου, τη Θήρα, τη Σάμο, την Κάτω Ιταλία, και σε άλλα μέρη του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Στον χώρο αυτό έχουν βρεθεί και άλλοι κούροι, μερικοί από τους οποίους βρίσκονται σε ελληνικά μουσεία και άλλοι σε μουσεία του εξωτερικού (Βερολίνο κ.λπ.). Ένας από αυτούς πουλήθηκε τη δεκαετία του 1960 από ντόπιους σε ξένους αρχαιοκαπήλους και βρέθηκε αργότερα στο γνωστό μουσείο


Δεν υπάρχουν σχόλια: