Μόλις το λοιπό ανοίξει το Τριώδι αρχινούνε τα
σκουδερέματα απού το σφάξιμο τω θρεφτώ . Τσι βάνουνε τσι δυστυχισμένοι κάτω και
θες με μνια γμάμα , θες με καένα μπαρτά τσι μαχαιρώνουνε στο ριζάφτι και στη
σφαουργιά και ουίζουνταινε τα κακορρίζικα τα ζωντανά και τσι βασατούνε ερά ια
να χυθεί το αίμα ντωνε σ’ ένα νταψί και να το τηανίσουνε και άμα πια σβύσει η
πνοή ντωνε τσι περιχύνουνε με χοχλακιστό νερό , ια να μαακώσουνε οι τρίχες
ντωνε και να φύει απού πάνω ντωνε η γλύδα .....
Τσι ξυρίζουνε απού τη γκορφή μέχρι τα νύχια με ένα
νακονισμένο μαχαίρι και ίνουνταινε οι ερίφηδες ουλί . Άσι δα που καμνιά φορά
φεύγουνε με το μαχαίρι στο λαιμό και τσι κυνηούνε και το ίντα ίνεται τότες δε
λέεται . Ύστερα τσι κρεμνούνε στο γάντζο και τσι ξεκοιλιάζουνε και βγάνουνε τα
τζιέρια και τηανίθζουνε τη νίδια νώρα το συκώτι και τρώνε και πίνουνε όσοι
νεβοηθήσανε στη σφαή και όσοι άλλοι λάχουνε .
Στο συνεμεταξύ παραστέκουνταινε τα κοπέλλια και
τσακώνουνταινε ποιο να πρωτοπάρει τη φούσκα του χοίρου να τηνε φουσκώσει . Και
όσο να φουσκώνουνε δε σπα . Μόνου που απού το πολύ φύσημα δε μπορούνε ύστερα να
μιλήσουνε .
Και ο νοικοκύρης του χοίρου θε να φυάξει το
καπρομπήδημα ια να ‘λειεύγει τα ξώραφα παπούτσια ντου , απόυ χοντρό πετσί και
απού χοντρό καουτσούκου καωμένα , να μαακώνουνε . Ύστερα θα χωρίσουνε το κριάσι
σε παρθχιές και θα στείουνε και στσι συγγενολόοι και στσι φίλοι δεν έχουνε κι
ετσά καένας δεν απομείνει με χωρίς χερνό .
Μα του καμένου ντου χοίρου δε σταματούνε επά τα
βάσανά ντου . Η ουρνοκεφαλή θα ενεί πηχτή , τα άντερα αμμαθχιές παραεμισμένες ,
μπόλικο κριάσι γλυνερό και το λαρδί παστό μέσα σε πολύ χοντροκοπανισμένο αάτι .
Και θα σοδιαστεί να το χουνε μέχρι το Ρηανιστή κοντά να το τηανίζουνε με αυγά ή
να το μαερεύγουνε με πατάτες που ρουφούνε και το ‘αρδι κι ετσά δε μπουχτίζει
καένας σφαώνοντας το . Και που να το τρως ωμό με σκλήβο ζυμωτό ψωμί .Θαρρείς
μάθια μου πως είναι το μέλι τω μελιώ .
Δύο τρεις μέρες είναι στο ποδάρι όο το σπιτικό
ώσπου να καταβολέψει το χοίρο .
Ύστερα δα αρχινούνε τα γλέδια . Μεζεκλίκια
υπάρχουνε μπόλικα και οι μεθύρες είναι ντίγκα το κρασί που ναι δυναμίτης , ιατί
δε βάνουνε μέσα μπαχάργια και φάρμακα . Α μπεις και ια τυρικά δε λείπουνε , Και
ψωμί μπόλικο , δόξα σοι ο Θεός και όχι απού κείνο το άσπρο που φέρνουνε οι
ξενικοί , παρά ζυμωτό . Το κεάρι είναι εμάτο . Ευτά δα μας είναι μπερκέτι ια να
διασκεδάσομενε . Δε θέμενε πιο ποά . Που τσι άλλοι χρόνοι που ήτονε όα με το
αξαϊστήρι και με το απηδοκόπι . Τώρα όα είν αι μπόλικα , χίλιες δόξες να έχεις Θεέ
μου .
Ετσά το λοιπό , κάθε αποσπερνό , πότε στο να σπίτι
και πότε στ’ άο μαζεύγουνταινε νιοι , αμουρουζάρηδες , κοπεούδες , ονείς και
μανάδες , γριές και έροι και αρχινού το φαοπότι . Το σφούνι πααινόρχεται από
στόμα σε στόμα , ενώ παραπέρα το σφουνοκάαμο περιμένει να το ξαναεμίσει αμ’ άδειάσει
. Κι ανάβγου ντα αίματα κι αρχινούνε οι ντουμπακάρηδες τη τζαμπούνα και το
ντουμπάκι και τεντώνουνταινε τα ποδάργια και ώσπου να πεις ένα , είναι όλοι στο
ποδάρι και βαστούμενοι χέρι χέρι αρχινού το χορό . Και χορεύγουνε και
χορεύγουνε και ξακλουθούνε μέχρις να λαλήσει το πουλί κι εσύ θωρώντας τσι λες :
‘’ΩΩ βοή που μου ρθενε , μα που βρίσκου ντη δύναμη ,
φτου να μη μαθιαστούνε ‘’ . Ετσά περνού τα βράδια μέχρι τη Γκριατινή Γκυριακή .
Νίκος Ι. Κορρές (δάσκαλος)
Από το βιβλίο ΚΩΜΙΑΚΗ ΝΑΞΟΥ – ΤΟΠΟΥ ΧΡΩΜΑΤΑ –
ΑΝΤΙΘΕΣΕΩΝ ΑΡΜΟΝΙΑ , Τόμος Β . σε επιμέλεια του φιλολόγου πρώην βουλευτή Νίκου
Ι. Λεβογιάννη .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου