Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

ΝΕΟΤΕΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΑΞΟΥ τόμος Β, τεύχος 3ο (1900-1940) Ν.Ι.ΛΕΒΟΓΙΑΝΝΗ

Στρατιώτες από την Κωμιακή αιχμάλωτοι στη Μικρά Ασία η δραματική συνάντηση με τον εθνομάρτυρα Χρυσόστομο Σμύρνης λίγα λεπτά πριν τον τραγικό θάνατό του
Απόσπασμα από το κεφάλαιο - η εκστρατεία στη Μικρά Ασία - Μια μικρή ομάδα στρατιωτών από την Κωμιακή Νάξου, μετά την κατάρρευση του ελληνικού στρατού και την παράδοσή μεγάλων τμημάτων του στον εχθρό, στις 27 Αυγούστου 1922 έξω από τη Σμύρνη, αιχμαλωτίστηκαν, οδηγήθηκαν μαζί με 10.500 στρατιώτες σε στρατόπεδα υπό άθλιες συνθήκες, οι μισοί απ’ αυτούς εξοντώθηκαν και οι υπόλοιποι μετά από πολλές κακουχίες επέστρεψαν στην Ελλάδα, άλλοι με την ανταλλαγή και άλλοι αφού δραπέτευσαν. Για τις δραματικές στιγμές της παράδοσης στον εχθρό γράφει στο ημερολόγιό του ο Αντώνης Γ. Βιτζηλαίος: ...
«Τη στιγμή που επαράδωσα το όπλο της πατρίδας, ενόμισα ότι εσκίστη η γης και με πήρε μέσα και έκλαψα πικρώς». Ο τουρκικός στρατός, παραβιάζοντας γραπτούς και άγραφους νόμους προστασίας των αιχμαλώτων, μεταχειρίστηκε τους έλληνες στρατιώτες με κτηνώδη τρόπο, τους φυλάκισαν σε άθλιες αποθήκες, αφού τους γύμνωσαν και πήραν τα υπάρχοντά τους, ακόμη και τα ρούχα και τα παπούτσια και τους έδωσαν κουρέλια να φορέσουν, αλλά αυτοί αρνήθηκαν. Στη συνέχεια, γυμνούς και ξυπόλητους τους διαπόμπευσαν στους κεντρικούς δρόμους της Σμύρνης και τους φυλάκισαν σε χώρους ακατάλληλους στο Διοικητήριο.
Το Σάββατο 27 Αυγούστου το βράδυ ο αρχηγός του τουρκικού στρατού Σμύρνης Νουρεντίν συνέλαβε τον Μητροπολίτη Χρυσόστομο και τον παρέδωσε στον όχλο, ο οποίος τον κακοποίησε φρικτά. Στο τέλος ένας Τουρκοκρητικός που τον είχε κάποτε βοηθήσει τον πυροβόλησε για να θέσει τέλος στο μαρτύριό του.Ο Αντώνης Γ. Βιτζηλαίος στο ημερολόγιό του καταγράφει μια συγκλονιστική σκηνή, σχετική με τον Εθνμάρτυρα Χρυσόστομο Σμύρνης. Αναφέρει ότι, κατ’ εντολή του Νουρεντίν, οι βασανιστές του Χρυσόστομου, πριν τον παραδώσουν στον τουρκικό όχλο, τον μετέφεραν, αιμόφυρτο και σχεδόν ημιθανή, στο χώρο που βρίσκονταν οι αιχμάλωτοι έλληνες στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και Ναξιώτες. Για τις συγκλονιστικές στιγμές της δραματικής εκείνης συνάντησης γράφει στο ημερολόγιό του: «...τονε πήρανε από την εκκλησία σέρνοντάς τον από τα μαλλιά και τα γένια και τονε πήγαν στον κακούργο τον πασά [Νουρεντίν]. Τη στιγμή που τον είδε ο κακούργος τον ερώτησε –εσύ είσαι ο αρχιπαπάς τω γκιαούρηδω; - του απάντησε – εγώ είμαι πασά μου. Εσηκώθη ορθός και του έδωσε κατά πρόσωπο γροθιά και τον έπνιξε στο αίμα. Κατόπιν τον παράδωσε σε ορισμένοι βασανιστές και τονε φέρανε εκεί που είχανε εμάς για να μασε δει και να τονε δούμε. Τον είδαμε και εκλάψαμε και μας είδε και έκλαψε. Το σώμα του ήτονε σκοτωμένο και το κεφάλι του με πολλά τραύματα. Του είχανε με μια κρομμυδοκοτσίδα το κεφάλι του τυλιγμένο και ένας τουρκαλάς πολύ τον γελοιοποιούσε και ετραγουδούσε κοροϊδευτικά. Ο Εθνομάρτυρας ύψωνε τα μάθια του και τα χέρια του και εκοίταζε τον ουρανό. Από κει τονε πήρανε και δεν τον ξανάδαμε. Απέθανε ως εθνομάρτυρας» (Ελ. Βιτζηλαίου-Ζαζάνη, «Κωμιακή» τ. Α΄, επιμέλεια Ν.Ι.Λεβογιάννης σ. 467).
Το περιστατικό αυτό δεν έχει καταγραφεί από άλλη ιστορική πηγή, αλλά η μαρτυρία του στρατιώτη Αντωνίου Βιτζηλαίου, σε συνδυασμό με το σύνολο των πληροφοριών που καταγράφει στο ημερολόγιό του, είναι αξιόπιστη..
Στις 29 Αυγούστου οι αιχμάλωτοι φεύγουν από τη Σμύρνη προς άγνωστη κατεύθυνση, «... που μας περάσανε από το κέντρο της Σμύρνης. Είδαμε χιλιάδες Χριστιανοί αδικοσκοτωμένοι μες στσι δρόμοι σα σκυλιά να είναι εξαπλωμένοι και πεταμένοι. Ήβγαμε απόξω από τη Σμύρνη και βαδίζαμε για το Νιφίο[Νυμφαίο]. Ερχόμενη μια τουρκική Μεραρχία, όπως εσυναντήθημαν εβάλανε τσι λόχες απάνω στα όπλα και αρχίσανε να κάνουνε λοχομαχία απάνω μας. Και έτσι επέβη ο Τούρκος που μας εσυνόδευε στο διοικητή τση τουρκικής Μεραρχίας και επεράσαμε».
Από τη Σμύρνη έφθασαν, την 1η Σεπτεμβρίου μέσω Νυμφαίου, στη Μαγνησία όπου ο τουρκικός όχλος τους υποδέχτηκε μα άγριες διαθέσεις. Από τις πέτρες που τους πετούσαν τα κεφάλια όλων ήταν χτυπημένα και αιμόφυρτα. Εκεί τους άφησαν νηστικούς για τέσσερις μέρες και τρέφονταν με τα φύλλα μιας μουριάς, ενώ έπιναν νερό από μια στέρνα. Στη συνέχεια όσοι έμειναν (από 10.500 είχαν μείνει 2.700) τους χώρισαν σε τρία τάγματα και τους έστειλαν σε διαφορετικές τοποθεσίες. Το τάγμα των Κωμιακιτών πήγε στη Φιλαδέλφεια. Στις 9 Σεπτεμβρίου έφθασαν στη Φιλαδέλφεια και έγιναν δεχτοί από τον τουρκικό όχλο με χλευασμούς, αποδοκιμασίες και ξυλοδαρμούς. Τους είχαν αφαιρέσει ακόμη και τα ρούχα. Εκεί έμεναν σε άθλιες συνθήκες και κάθε πρωί τούρκοι χωρικοί πήγαιναν και τους έπαιρναν για αγγαρείες και βαριές δουλειές που κρατούσαν από το πρωί ως το βράδυ με ελάχιστον φαγητό και νερό, ενώ τους έδερναν και τους βασάνιζαν. Οι Κωμιακίτες αιχμάλωτοι δούλευαν οι περισσότεροι σε σφάξιμο ζώων, μεταφορά ξύλων κ.λπ.). Στη Φιλαδέλφεια έμειναν μέχρι τις 25 Οκτωβρίου σε άγριες συνθήκες και με τη σκέψη πάντα της δραπέτευσης. Ο Αντώνης Βιτζηλαίος γράφει: «Εγώ είχα αποφασίσει να δραπετεύσω από την παιδεμένη ζωή της αιχμαλωσίας και να ανέβω απάνω στα βουνά του Μποστά, εκεί να πεθάνω, να με φάνε τα άγρια θερία και όχι εδώ μες στην πολυπαιδεμένη ζωή της αιχμαλωσίας. Και είπα στας 25 Οκτωβρίου τη νύχτα πρέπει να φύγω με προστάτη και οδηγό τον Άγιο Δημήτριο».
Είναι πολλές δεκάδες οι ναξιώτες που άφησαν την τελευταία τους πνοή στα πεδία των μαχών της Μικρασιατικής γης, καθώς και εκείνοι που αιχμαλωτίστηκαν και μεταφέρθηκαν στα βάθη της Ασίας σε άθλια στρατόπεδα συγκέντρωσης, απ’ τα οποία τους έπαιρναν τούρκοι χωρικοί για να δουλεύουν σαν σκλάβοι μέχρι θανάτου. Πολλοί δραπέτευσαν και όσοι δεν χάθηκαν απ’ την πείνα, τις αρρώστιες, τις κακουχίες και μπόρεσαν να φθάσουν στα παράλια της Μικράς Ασίας, πέρασαν απέναντι στα νησιά ακόμη και κολυμπώντας. Όσοι μπόρεσαν να επιβιώσουν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης μέχρι τη συνθήκη της Λωζάνης και την ανταλλαγή των αιχμαλώτων, ρακένδυτοι και εξαθλιωμένοι γύρισαν στην πατρίδα. Τα ονόματα των νεκρών πολεμιστών είναι καταγραμμένα στα μνημεία πεσόντων των χωριών της Νάξου. Ο αριθμός τους ξεπερνά τους 120.
Ξημερώματα της γιορτής του Αγίου Δημητρίου (26.10.1922), μια νύχτα με βαρυχειμωνιά, οι Αντώνης Βιτζηλαίος, Νικόλαος Γ. Κορρές, Κων. Χωριανόπουλος, Νικ. Χατζόπουλος (Ασπασιονικόλας) και Νικηφόρος Βιτζηλαίος και μαζί έξι ακόμη αιχμάλωτοι από άλλα μέρη, γκρέμισαν τμήμα του τοίχου της μάντρας, πήδηξαν έξω και κατέφυγαν στα γύρω βουνά, όπου κρύφτηκαν. Ύστερα από πορεία κυρίως τις νυχτερινές ώρες μέσα απ’ τα βουνά και κάτω από τεράστιες δυσκολίες και κινδύνους, κατάφεραν να φθάσουν στις 16 Νοεμβρίου στα παράλια απέναντι από τη Σάμο. Από εκεί πέρασαν την επομένη κολυμπώντας στο μικρό ελληνικό νησάκι Μουλά-Μπραήμ ανάμεσα Σάμο και Μικρά Ασία και στη συνέχεια με βάρκες στη Σάμο. Ο Ν. Γ. Κορρές (Νικολός), που δεν γνώριζε κολύμπι, πέρασε απέναντι στο νησάκι χρησιμοποιώντας ως σωσίβιο φουσκωμένες κύστεις χοίρων, που είχε κρατήσει στη διάρκεια της αιχμαλωσίας, που δούλευε χασάπης, εργασία που τη γνώριζε, γιατί ήταν βοσκός. Οι αφηγήσεις ναξιωτών αιχμαλώτων στρατιωτών είναι πολλές και συγκλονιστικές. Μερικές έχουν δημοσιευθεί σε βιβλία από ναξιώτες μελετητές (Κεφαλληνιάδης: «Μνήμες από την Ανατολή», Ν. Λεβογιάννης: «Κωμιακή» τ. Α΄).

Ναξιώτες στρατιώτες στο Αφιον Καραχισάρ
 Ναξιώτες στρατιώτες στη Μικρασιατική εκστρατεία

Δεν υπάρχουν σχόλια: