Τρίτη 12 Φεβρουαρίου 2019

ΠΛΗΡΕΣ ΑΞΙΟΠΙΣΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΝΙΚΟΥ ΣΦΥΡΟΕΡΑ (φώτο βίντεο)

Απεράθου της Νάξου. 13 Φεβρουαρίου 1913 γεννιέται ο Νίκος Σφυρόερας, ένας αληθινός ποιητής και ακαταπόνητος εργάτης των Γραμμάτων, που πάνω από μισό αιώνα υπηρέτησε με το έργο του την ομορφιά και την αλήθεια.
Πατέρας του ο φιλόλογος καθηγητής Βλάσης Σφυρόερας από τους Τρίποδες και μάνα του η Απεραθίτισσα Σοφία Γλέζου, μεγαλωμένη στην Κωνσταντινούπολη, σπουδαγμένη στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο και στο Παρίσι, που το 1916 πήρε τους δρόμους του πρώτου αυγουστιάτικου φεγγαριού, βυθίζοντας στην ορφάνια τον γιο της Νίκο........



Τελειώνοντας το γυμνάσιο στη Χίο, όπου είχε μετατεθεί ο γυμνασιάρχης πατέρας του, ο Νίκος Σφυρόερας θα έρθει στην Αθήνα και θα σπουδάσει Νομική, μα τελικά θα τον κερδίσει η Φιλολογία, ενώ η πανανθρώπινη αγάπη του, τα όνειρά του για έναν κόσμο πιο δίκαιο και ειρηνικό, θα τον κάνουν να γίνει μέλος της ΟΚΝΕ, της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδας, της πρώτης οργάνωσης νεολαίας του ΚΚΕ.

Παράλληλα με τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο, ο Νίκος Σφυρόερας θα σπουδάσει θέατρο στη Δραματική Σχολή των Καρόλου Κουν - Γιάννη Τσαρούχη - Διονύση Δεβάρη και θα συμμετέχει στις παραστάσεις της «Λαϊκής Σκηνής», στον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη και του Ηλία Λογοθετίδη.
Η θεατρική του καριέρα θα σταματήσει στις 18 Απριλίου 1934, οπότε κατατάσσεται στον στρατό και υπηρετεί στο 34ο Σύνταγμα Πεζικού. Όμως, στις 14 Αυγούστου 1935 θα απολυθεί, μετά την καταστολή του βενιζελικού κινήματος της 1ης Μαρτίου 1935 και την απόταξη των βενιζελικών και φιλελεύθερων αξιωματικών και οπλιτών από τον φιλοβασιλικό και μετέπειτα δικτάτορα Γεώργιο Κονδύλη.
Με την επιβολή της Μεταξικής δικτατορίας της 4ης Αυγούστου 1936, ο νεαρός ΟΚΝίτης Νίκος Σφυρόερας, θα εκτοπιστεί στη Νάξο και θα δίνει κάθε εβδομάδα το παρόν στην αστυνομία!
Η επιστροφή του στη γενέθλια γη είναι βάλσαμο στην ψυχή του. Εκεί, θ’ αφιερωθεί στη μελέτη της λαϊκής παράδοσης του χωριού του και λουσμένος στα νάματα της δημοτικής μουσικής και της πηγαίας λαϊκής ποίησης τ’ Απεραθιού, το 1938, σε ηλικία 25 χρονών, εκδίδει με τη συνδρομή εκατόν πενήντα φίλων του από τη Νάξο, την Αθήνα και την Αμερική και με την ξεχωριστή ηθική και υλική υποστήριξη των Δημήτρη Πρωτονοταρίου, Ματθαίου Γλέζου και της Διεύθυνσης της εφημερίδας «Ναξιακό Μέλλον» την πρώτη ποιητική του συλλογή με τίτλο «Πύρεθρα».
Η κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου στις 28 του Οκτώβρη θα τον βρει στρατιώτη στο 2ο Σύνταγμα Ορειβατικού Πυροβολικού. Αυτή η μεγάλη και ανεπανάληπτη στιγμή, η συγκλονιστική ομοψυχία του ελληνικού λαού, που έσπευσε να ανταποκριθεί με ασυγκράτητο ενθουσιασμό και πατριωτισμό, θα εμπνεύσουν στον Νίκο Σφυρόερα τον «Ελληνικό Όρθρο», ηρωικό εγερτήριο και παιάνα, πλημμυρισμένο από τη μουσική της παγκόσμιας αγάπης και καλοσύνης. 
Στις 6 Απριλίου 1941 οι Γερμανοί επιτίθενται στην Ελλάδα και στις 27 Απριλίου θα μπουν στην Αθήνα. Η μεγάλη νύχτα της Κατοχής έχει αρχίσει.
Την 1η Μαΐου 1941 οι Έλληνες στρατιώτες απολύονται. Ανάμεσά τους και ο Νίκος Σφυρόερας, που επιστρέφει με καΐκι στη Νάξο, και το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, θα ιδρύσει το ΕΑΜ Νάξου, ανταποκρινόμενος στο κάλεσμά του για πόλεμο εναντίον του στρατού Κατοχής. Αυτά τα χρόνια, ο Σφυρόερας θα λειτουργήσει ως σύνδεσμος μεταξύ των Ναξίων ανταρτών με την  Αντιστασιακή Οργάνωση Military Operations 4, γνωστή ως MO4 (Εμ Ο Φορ), το Γραφείο Στρατιωτικών Επιχειρήσεων που ίδρυσε η Διεύθυνση Ειδικών Επιχειρήσεων της Μεγάλης Βρετανίας με έδρα το Κάιρο, και είχε την ευθύνη για τις χώρες της Βαλκανικής Χερσονήσου.
Σ’ εκείνες τις μαύρες ώρες της ιταλογερμανικής Κατοχής, τον Μάη του 1943, ο Νίκος Σφυρόερας θα γράψει το μοναδικό κι αγαπημένο απελευθερωτικό τραγούδι «Χραμάκι Απεραθίτικο», που μέσα σε λίγες μέρες απλώθηκε στ’ Απεράθου, σε όλη τη Νάξο, και ύστερα σε όλες τις Κυκλάδες από τον Απεραθίτη βιολιτζή Σταμάτη Μπαρδάνη (Σταματογιάννη).  
Ωστόσο, οι Αρχές Κατοχής δεν θ’ αργήσουν να μάθουν τον δημιουργό του «Απεραθίτικου Χραμακιού», να τον συλλάβουν και μαζί με άλλους αντιστασιακούς να τον μεταφέρουν στο αεροδρόμιο της Πάρου. Εκεί, θα ζήσει το μαρτύριο της εικονικής εκτέλεσης για 7 ημέρες. Όμως, η βοήθεια θα έρθει κυριολεκτικά εξ ουρανού. Στις 14 Ιανουαρίου 1944 βομβαρδίζεται από συμμαχικά αεροπλάνα το λιμάνι της Παροικιάς. Οι κρατούμενοι θα δραπετεύσουν, και οι Αξώτες θα καταφέρουν να περάσουν στη Νάξο.
Από τις 13 ως τις 15 του Οκτώβρη 1944, ο Νίκος Σφυρόερας θα λάβει επίσης ενεργό μέρος στη Μάχη της Χώρας και την παραμονή της Απελευθέρωσης θα γράψει τον «Ύμνο της Νάξου», που τραγούδησαν αμέσως μετά την Απελευθέρωση στην παραλία που γινότανε η παρέλαση.
Από το 1946 ως το 1947, ο Νίκος Σφυρόερας θα παραμείνει στη Χώρα της Νάξου, όπου θα εργαστεί στο τοπικό παράρτημα του ΠΙΚΠΑ. Το 1946 θα εκδώσει μάλιστα τη συλλογή «Απεραθίτικα Πολεμικά Τραγούδια», το πρώτο έργο που κυκλοφόρησε και παρουσιάζει όσα η λαϊκή ψυχή τραγούδησε στην ώρα του μεγάλου πόνου της, της δυνατής προσδοκίας και της κρυφής χαράς της.
Το 1947 ο Νίκος Σφυρόερας θα εγκατασταθεί πλέον μόνιμα στην Αθήνα. Θα εργαστεί στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, θα γίνει αρχισυντάκτης του λογοτεχνικού περιοδικού «Ελληνική Δημιουργία» του ακαδημαϊκού Σπύρου Μελά, και θα ξεκινήσει τη συνεργασία του με τον νεοϊδρυθέντα Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών του ΕΙΡ.
Από το 1948 έως το 1951, ο Νίκος Σφυρόερας θα εργαστεί στο Γραφείο Τύπου της Ελληνικής Αεροπορίας, ενώ μέχρι το τέλος της ζωής του θα συνεχίσει να συνεργάζεται με την Ελληνική Ραδιοφωνία και αργότερα με την Κρατική Τηλεόραση, και παράλληλα θα συνεχίσει την καθημερινή συνεργασία του με τον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο (τη Μεσημβρινή της Ελένης Βλάχου, τη Βραδυνή, την Αθηναϊκή και άλλες) και θα συνεχίσει την έρευνα και δημοσίευση λαογραφικών επιστημονικών μελετών του.
1953. Ο Σφυρόερας εκδίδει μία ακόμα ποιητική συλλογή «Τα Γαλάζια Φτερά» και γράφει το σενάριο μίας ακόμα ταινίας: «Το Νησί των Ανέμων», ή «Γυναίκες δίχως άντρες», ή «Θα σε περιμένω πάντα», εμπνευσμένη από τη ζωή των γυναικών που καρτερούν τους ναυτικούς, γυρισμένη στη Χώρα της Άνδρου.
1956. Στις 11 Μαρτίου ο Νίκος Σφυρόερας παντρεύεται τη νεαρή θαυμάστριά του Ευσταθία Δημητροκάλλη με την οποία θα αποκτήσει δύο παιδιά, τη Σοφία και τον Βλάση. Ο γάμος του θα του χαρίσει την απαραίτητη ηρεμία και συγκρότηση, για να μεθοδεύσει την παραγωγή και την ανάδειξη της πνευματικής εργασίας του. Ωστόσο, οι βιοτικές ανάγκες για τη συντήρηση της οικογένειας, θα τον αναγκάσουν να κάνει τον μεγάλο συμβιβασμό. Στις 19 Οκτωβρίου 1958 θα διοριστεί στο Υπουργείο Συντονισμού (νυν Εθνικής Οικονομίας) και σπουδάζοντας Βιβλιοθηκονομία, θα αναλάβει τη δημιουργία και οργάνωση της Βιβλιοθήκης του και στη συνέχεια τη δημιουργία Βιβλιοθηκών στα υπόλοιπα υπουργεία.  
Όμως, το Δημόσιο και η γραφειοκρατία τον κάνουν να ασφυκτιά. Μοναδική παρηγοριά, καταφυγή κι απαντοχή του τα καλοκαίρια που θα πηγαίνει με την οικογένειά του στο αγαπημένο του χωριό και από τη ζωή και τις ιστορίες του θα εμπνευστεί τις «Ιστορίες του Νικολού», λαογραφικά ηθογραφήματα, που θα εκδοθούν το 1959 και θα γίνουν το αγαπημένο ανάγνωσμα ολόκληρης της Νάξου, ενώ ο Νικολός και η Μαργετώ «ένα ζευγάρι διαλεχτό», θα κρατήσουν ως το τέλος της ζωής του συγγραφέα τους συντροφιά στους Απεραθίτες και σ’ όλους του Αξώτες μέσα από τις στήλες της εφημερίδας «Τ’ Απεράθου» του αγαπημένου του φίλου Μιχάλη Γρατσία, με το πολύ ζεστό και πηγαίο δηκτικό σατιρικό ταλέντο του δημιουργού τους, φέρνοντας αναμνήσεις από την παλιά και τη σύγχρονη ζωή και τα έθιμα στο χωριό, συγκίνηση και πλούσιο γέλιο.
1961. Μετά από μια σειρά πολύ επιτυχημένων παραστάσεων του θεατρικού έργου «Μια Θαλασσινή Πολιτεία», που δόθηκαν στα πλαίσια της Ναυτικής Εβδομάδας στην Ερμούπολη της Σύρου, «Το Μεγάλο Μυστικό», μια δραματική ταινία, που γυρίστηκε επίσης στη Σύρο το 1962, και την περίφημη λαογραφική του μελέτη «Παναγιά η Απεραθίτισσα», που εκδόθηκε το 1963, το 1965, ο Νίκος Σφυρόερας θα πάρει με την ποιητική του συλλογή «Πολύμνια» το Α΄ Βραβείο στον Φιλαδέλφειο Ποιητικό Διαγωνισμό του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός και το Α΄ Βραβείο Σεναρίου στο Φεστιβάλ Ελληνικού Κινηματογράφου στη Θεσσαλονίκη με την ταινία «Ου κλέψεις».
Εξίσου σημαντικό είναι και το τεράστιο μεταφραστικό έργο του Νίκου Σφυρόερα, στο οποίο αφιερώθηκε στα πέτρινα χρόνια της στρατιωτικής δικτατορίας, όταν θα διακοπεί η συνεργασία του με το ραδιόφωνο. Σ’ εκείνη τη σκοτεινή περίοδο, θα γράψει την «Πολιτεία των Νεκρών 1967-1973», μια σειρά ποιήματα που περιλήφθηκαν αργότερα στη συλλογή του «Συγκομιδή», και θα ξαναδουλέψει με επιμέλεια και περισσή φροντίδα τις νεανικές μεταφράσεις του κάνοντας κι άλλες: τον Προμηθέα και τις Ικέτιδες του Αισχύλου, τον Οιδίποδα Τύραννο και Οιδίποδα επί Κολωνώ και τον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή, όλες τις τραγωδίες του Ευριπίδη, όλες τις κωμωδίες του Αριστοφάνη, τα Άπαντα του Λουκιανού, τα Ειδύλλια του Θεόκριτου, τους αρχαίους λυρικούς ποιητές, το ποιμενικό μυθιστόρημα του Λόγγου Δάφνις και Χλόη, και τις κωμωδίες του Μενάνδρου, που ήταν ο πρώτος παγκόσμια μεταφραστής του και ο άνθρωπος που συμπλήρωσε με τέτοιο σεβασμό και δεξιοτεχνία τους στίχους που είχαν χαθεί από τα έργα του, ώστε οι κριτικοί δεν μπορούσαν να καταλάβουν τη φιλολογική και λογοτεχνική του επέμβαση. Παράλληλα, θα δουλέψει ξανά τα θεατρικά του έργα Ο Γιος του Φτωχού (1946), Θαλασσινή Πολιτεία (1961), Ελεύθεροι Πολιορκημένοι (Α΄ Κρατικό Βραβείο 1965), Ο Ληστής (1965), Δειπνοσοφιστές και Αλαμάνα.
Η μεγάλη και αξεπέραστη αγάπη του, το θέατρο, που υπηρέτησε στα νιάτα του, θα τον δικαιώσει, όταν το Εθνικό Θέατρο και ελεύθεροι θίασοι θα ανεβάσουν τις μεταφράσεις του γεμίζοντας ασφυκτικά τα αρχαία θέατρα της Επιδαύρου, των Φιλίππων, της Θάσου και το Ηρώδειο και θα ξεσηκώσουν ενθουσιώδεις κριτικές.
1975. Ο Νίκος Σφυρόερας εκδίδει την ποιητική συλλογή «Ο Ιησούς πεινά», που η ελληνική κριτική υποδέχεται με τα πιο ενθουσιώδη σχόλια και με πολύστηλα άρθρα σ’ εφημερίδες και περιοδικά.
1988. Ο Νίκος Σφυρόερας θα εκδώσει την τελευταία ποιητική του συλλογή με τίτλο «Συγκομιδή», στην οποία περιλαμβάνεται ο «Ελληνικός Όρθρος», και οι ποιητικές συνθέσεις «Ο στόχος», «Τρίστιχα (Χαϊκού)», «Η Πολιτεία των Νεκρών» και «Αφιερώματα».
17 Σεπτεμβρίου 1989. Ημέρα εορτής της Αγίας Σοφίας. Ο Νίκος Σφυρόερας θα αναχωρήσει από τη «Μαύρη Γη» για τον ουρανό, για να συναντήσει τη μάνα του, τη μέρα της γιορτής της. Έφυγε όπως ήθελε. Όρθιος. Όπως έλεγε: «Κι όταν θα ’ρθει ο Χάροντας, καμαρωτά θα πάω μαζί του κι όχι κλαίγοντας…».

ΠΛΗΡΕΣ ΑΞΙΟΠΙΣΤΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΝΙΚΟΥ ΣΦΥΡΟΕΡΑ από το Μανώλη Χατζηπέτρο



Μανώλης Χατζηπέτρος

Δεν υπάρχουν σχόλια: